Η κατά τα άλλα αποφασιστική και με σιδερένια πυγμή κυβέρνηση, στο πεδίο της αυτοδιοίκησης βαδίζει με τη δύναμη της αδράνειας. Κι όμως είναι ο κατεξοχήν τομέας που έχει ανάγκη από θεσμικές πρώτα από όλα αλλαγές και διορθώσεις και βέβαια από μια συνολική επανεξέταση του ρόλου του, ως αυτόνομου και με κοινωνικό προσανατολισμό. Η δικομματική όμως συμφωνία αφήνει εκτός πεδίου κάθε αλλαγή στην αυτοδιοίκηση.
Αυτό δείχνει πιο ανάγλυφα από κάθε τι το «τελικό κείμενο της Προγραμματικής Συμφωνίας» μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ που δημοσιοποιήθηκε την Τετάρτη το απόγευμα. Στο 12σέλιδο κείμενο και στο σημείο 33 αναφέρεται με χαρακτηριστική γενικότητα πως συμφωνείται «η αντιμετώπιση των θεσμικών, λειτουργικών και οικονομικών ζητημάτων Τοπικής Αυτοδιοίκησης», χωρίς καμία απολύτως διευκρίνιση. Ενώ σε ό,τι αφορά το εκλογικό σύστημα, η διατύπωση που επιλέχθηκε μπορεί να συναγωνιστεί σε αινιγματικότητα και τους χρησμούς της Πυθίας: «Το εκλογικό σύστημα είναι πάντα μια εξαιρετικά κρίσιμη θεσμική παράμετρος που δεν πρέπει να τροφοδοτεί τεχνητές πολώσεις, αλλά να εναρμονίζεται με την ανάγκη για πολιτική σταθερότητα μέσα από την υπεύθυνη προγραμματική συνεργασία». Θα μπορούσαν κάλλιστα οι παραπάνω παράγραφοι να απουσιάζουν εντελώς, διότι δεν λένε τίποτα.
Στο δικομματικό μπρα ντε φερ πιέζεται ασφυκτικά η προοπτική αλλαγής του εκλογικού νόμου
Όλο το προηγούμενο διάστημα πάντως, έρχονταν στην επιφάνεια μικρο-αλλαγές και περιορισμένες συζητήσεις για επιμέρους θέματα, γεγονός που αποδεικνύει ότι υπάρχουν άλυτα ζητήματα. Για παράδειγμα, το σχέδιο του …«αντι-καλλικράτη», όπως ονομάστηκε, σύμφωνα με το οποίο μπορούν να τροποποιηθούν τα διοικητικά όρια κάποιων δήμων. Λες και όλο το ζήτημα της αυτοδιοίκησης είναι οι πολυπληθείς ή νησιωτικοί Δήμοι και όχι η χρηματοδότησή τους! Η απάντηση πάντως του ΠΑΣΟΚ τόσο μέσω των πολιτικών όσο και μέσω των αυτοδιοικητικών στελεχών του σε αυτή την πρωτοβουλία του υπουργείου Εσωτερικών ήταν αρνητική. Και πράγματι, οι προτεινόμενες αλλαγές ενώ οι τοπικές κοινωνίες μπαίνουν σε προεκλογική ευθεία μοιάζουν σημαντικά αποσπασματικές. Άλλωστε, το ίδιο το υπουργείο απέσυρε τελικώς το υπό συζήτηση νομοσχέδιο.
Να θυμίσουμε πάντως ότι εδώ και πολλούς μήνες συλλογικά όργανα της αυτοδιοίκησης, όπως η Επιτροπή Θεσμών της ΠΕΔΑ (Περιφερειακή Ένωση Δήμων Αττικής) έχουν επεξεργαστεί προτάσεις βελτίωσης των θεσμικών κενών που άφησε ο «Καλλικράτης» στην πρώτη του εφαρμογή. Η πράξη έδειξε για παράδειγμα ότι η Επιτροπή Διαβούλευσης δεν λειτουργεί ως αποκλειστικά γνωμοδοτικό όργανο, ότι η Συμπαραστάτης του Δημότη είναι δύσκολο να εκλεγεί, ότι τα Τοπικά Συμβούλια είναι απολύτως περιθωριοποιημένα από την εξουσία του Δημάρχου, ότι οι Επιτροπές (Οικονομική, Ποιότητας Ζωής) δεν παράγουν τα αναμενόμενα, παρά προσθέτουν γραφειοκρατία. Όλη αυτή η συζήτηση διαγράφεται με μια μονοκοντυλιά. «Ποιος λογικός άνθρωπος από το ΠΑΣΟΚ δεν θα ήθελε να βελτιώσουμε κάποιες ρυθμίσεις του Καλλικράτη» διερωτάται ρητορικά σε πρόσφατη συνέντευξή του ο γραμματέας της ΚΠΕ του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, για να σπεύσει να συμπληρώσει όμως ότι αυτό πρέπει «να γίνει μέσα από όρους διαφανείς, συγκεκριμένους, μέσα από διάλογο και με τα όργανα της ΚΕΔΕ, ώστε να υπάρχει ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα». Μήπως όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, δέκα μέρες κοσκινίζει;
Βεβιασμένη, πρόχειρη, αυταρχική και κακή μια λύση που δεν συζητείται
Στο δικομματικό μπρα ντε φερ πιέζεται ασφυκτικά και η προοπτική αλλαγής του εκλογικού νόμου. Ο υπουργός Εσωτερικών, Γιάννης Μιχελάκης, από το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής της ΝΔ στις 11 Οκτωβρίου είπε καθαρά: «Αλλάζουμε το νόμο για τις εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για να μπορούν οι πολίτες να επιλέγουν τους πιο ικανούς και τους πιο άξιους, χωρίς περιορισμούς». Η απάντηση του ΠΑΣΟΚ ήρθε με «non paper» λίγες μέρες μετά στο οποίο αναφερόταν ότι «είμαστε ανοιχτοί να συζητήσουμε συνολικά και όχι αποσπασματικά τις θεσμικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα» και επίσης ότι «δεν πρόκειται να στηρίξουμε αποσπασματικές ρυθμίσεις που υποκρύπτουν μικροκομματικές και ψηφοθηρικές σκοπιμότητες».
Είναι προφανές ότι η μεριά του ΠΑΣΟΚ διαπραγματεύεται για να δώσει «πράσινο φως» και το αντικείμενο δεν είναι άλλο από τον εκλογικό νόμο για το Κοινοβούλιο. Κοινή βούληση των κυβερνητικών εταίρων είναι να καταργηθεί το «μπόνους» εδρών στο πρώτο κόμμα, ενώ το ΠΑΣΟΚ επιθυμεί μια εκλογική φόρμουλα που να ευέλικτη ώστε να εξασφαλίσει την πολιτική του επιβίωση. Στις μυλόπετρες της διαπραγμάτευσης αυτής, η αυτοδιοίκηση στενάζει.
Οι γρίφοι του νέου συστήματος
Ασάφειες, κενά και ερωτήματα έχουν αφήσει οι λειψές και γενικόλογες ανακοινώσεις περί αλλαγής του εκλογικού νόμου κατά τις αυτοδιοικητικές κάλπες.
Αν σε επίπεδο Δήμου και Περιφέρειας υιοθετηθεί το σύστημα με τις λίστες υποψηφίων (Δημάρχων – Περιφερειαρχών από τη μία, συμβούλων από την άλλη), τι γίνεται με τα Τοπικά Συμβούλια; Η απλή αναλογική είναι πράγματι στις προθέσεις των κυβερνώντων ή ισχύουν οι «διορθώσεις» που κυκλοφόρησαν, ότι δηλαδή ο Δήμαρχος θα έχει εξασφαλισμένη πλειοψηφία στο συμβούλιο με μπόνους εδρών και ότι η εκλογή συμβούλων θα είναι ανάλογη του ποσοστού που θα συγκεντρώσουν οι υποψήφιοι Δήμαρχοι που τους στηρίζουν; Ποιες επιπλέον εξουσίες θα πάρει ο Δήμαρχος και η Εκτελεστική Επιτροπή για να αντισταθμιστεί το ετερόκλιτο Δημοτικό Συμβούλιο που θα προκύψει από ένα σύστημα απλής αναλογικής; Θα είναι υποχρεωτικό για τον υποψήφιο Δήμαρχο να έχει ομάδα υποψηφίων συμβούλων; Τι περιθώρια κοινωνικής συμμετοχής έχει ένα απόλυτα δημαρχοκεντρικό σύστημα, όπου ένα πρόσωπο ψηφίζεται έξω από ένα προγραμματικό συλλογικό πλαίσιο;
Όσο περνά ο καιρός και τα αδιευκρίνιστα σημεία δεν συζητούνται στο πλαίσιο μιας οργανωμένης διαβούλευσης, τόσο φαίνεται πιο ορατό το ενδεχόμενο η απόφαση που θα ληφθεί να είναι βεβιασμένη, πρόχειρη, αυταρχική και κακή στην τελική εφαρμογή της. Άλλο ένα πεδίο όπου ο καταδικασμένος με την ψήφου του λαού δικομματισμός αφήνει τη διαλυτική του επίδραση!
(Δημοσιεύτηκε στον Παλμό Γλυφάδας, 26-10-2013)