Με δημοσιευμένο ήδη το νομοσχέδιο για αλλαγή του νόμου πλαίσιο και διατυπωμένη ήδη από την ακαδημαϊκή κοινότητα την πρόθεσή της να μην εφαρμόσει το νόμο αυτό αν ψηφιστεί, δεν θα υπήρχαν ευνοϊκότερες συνθήκες για την έκδοση του μικρού μελετήματος του Αλέξανδρου Χρύση, με τίτλο Πανεπιστήμιο επιχείρηση και κοινωνία της από-γνωσης, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γκοβόστη. Πρόκειται για μια ευσύνοπτη πραγματεία, με συμπυκνωμένα νοήματα και λιτά επιχειρήματα, «μαρξιστικά προλεγόμενα», κατά τη φράση στο εξώφυλλο, σε μια ευρύτερη μελέτη που ο συγγραφέας επέλεξε να κυκλοφορήσει αυτοτελώς.
ΑΕΙ
Ο Γολγοθάς των μαθητών δεν τελειώνει
Σε απότομη βουτιά στα βαθιά νερά της μετά ΔΝΤ και μνημονίου εποχής εξωθούνται οι χιλιάδες μαθητές που είδαν τις βαθμολογίες τους αναρτημένες έξω από τα εξεταστικά κέντρα των πανελληνίων. Χαμόγελα για όσους με απίστευτες θυσίες για τους ίδιους και τις οικογένειές τους πέρασαν τον πήχη των μορίων. Διαψεύσεις για εκείνους που τερμάτισαν πιο πίσω. Η επόμενη μέρα για όλη τη μαθητική νεολαία δεν ξημερώνει όμως σε έναν ορίζοντα ελπίδας και προσδοκιών για ένα καλύτερο μέλλον, όπως θα έπρεπε. Αντίθετα, σκοτεινιάζει από το απαγορευτικό κόστος των σπουδών σε άλλη πόλη, από την κουρελιασμένη εγγύηση για επαγγελματική αποκατάσταση και φυσικά, από το αδιέξοδο της ιδιωτικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης για όσους δεν είδαν το όνομά τους στις λίστες των «επιτυχόντων».
Ακόμα και η παραχώρηση της κυβέρνησης στο αίτημα όλης της εκπαιδευτικής κοινότητας για κατάργηση της βάσης του «10», που θέσπισε η ΝΔ, πικρή γεύση θα αφήσει. Γιατί μπορεί με την άρση του περιορισμού να εισαχθούν περίπου 14.000 παραπάνω φοιτητές στα ιδρύματα της χώρας, όμως το υπουργείο απ’ ό,τι φαίνεται σπεύδει να ψαλιδίσει τη δυνατότητα που είχαν μέχρι τώρα οι τρίτεκνες οικογένειες να ζητήσουν ευνοϊκή μεταγραφή του παιδιού τους κοντά στο σπίτι του. Μόλις μία στις πέντε τρίτεκνες οικογένειες θα παίρνει μεταγραφή στο εξής! Η σχεδόν ανύπαρκτη φοιτητική μέριμνα για στέγη, διατροφή και μετακινήσεις θα υψώσει ανυπέρβλητα εμπόδια για χιλιάδες φοιτητές που θα αναγκαστούν να ζήσουν σε άλλη πόλη από αυτή της κατοικίας τους.
Το κυριότερο όμως εμπόδιο είναι ότι τα πανεπιστημιακά πτυχία έχουν καταστεί πλέον εισιτήρια ανεργίας και ανασφάλειας. Η απαξίωση των σπουδών και των επαγγελματικών δικαιωμάτων είναι πολύ πιθανό να γνωρίσει νέα ποιότητα στην εποχή του μνημονίου που φέρνει πρόσθετη ανεργία.
Τα ίδια τα πανεπιστήμια αλλάζουν χαρακτήρα και προγράμματα σπουδών, κονταίνοντας τα αντικείμενά τους, σύμφωνα με τις οδηγίες των μάνατζερ που τα διοικούν και των επιχειρήσεων που τα χρηματοδοτούν.
Τα συγχαρητήρια στους μαθητές που πέτυχαν, δεν πρέπει να αφήσουν να ξεχαστεί η άλλη, η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού: Κατ’ αρχήν, τα χιλιάδες παιδιά που αναγκάζονται να αφήσουν το σχολείο πριν τα 18 τους χρόνια. Πολιτική επιλογή της κυβέρνησης είναι να ενισχυθεί η τάση της σχολικής διαρροής, αφού νομιμοποίησε την παιδική εργασία, με τη μορφή της μαθητείας, από τα 15 χρόνια. Έπειτα, η μεγάλη «αγκαλιά» των ιδιωτικών μεταλυκειακών σχολών και κολεγίων περιμένει όσους μαθητές έμειναν εκτός της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Νέα έξοδα, υπέρογκα πολλές φορές, για αμφιβόλου ποιότητας γνώση, ελλείψει μιας εναλλακτικής λύσης για δημόσια και δωρεάν κατάρτιση.
Όλα τα παραπάνω υπογραμμίζουν τα αδιέξοδα ενός εκπαιδευτικού συστήματος που αντί να ανοίγει φτερά στη νέα γενιά τη χαντακώνει. Που υψώνει ταξικούς φραγμούς στη γνώση και «κόβει» τους πιο αδύναμους κρίκους, τα παιδιά των λαϊκών και φτωχών οικογενειών κατά κύριο λόγο. Που στη συμβατικότητα των αναλυτικών προγραμμάτων και των προγραμμάτων σπουδών υπονομεύει την απελευθερωτική διάσταση της μάθησης.
(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 11-7-2010)
Η Μπολόνια είναι ακόμα εδώ
Δέκα χρόνια συμπληρώθηκαν από την υπογραφή της κοινής δήλωσης των υπουργών Παιδείας της ΕΕ για τον ευρωπαϊκό χώρο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κείμενο που έμεινε γνωστό ως Συνθήκη της Μπολόνια. Για τις κυβερνήσεις και τους πρυτάνεις σε ολόκληρη την Ευρώπη το κείμενο έγινε δόγμα. Για τα φοιτητικά κινήματα η Μπολόνια έγινε συνώνυμο του αγώνα και των καταλήψεων.
Στο μεταξύ, το «μικρόβιο» της πολιτικής που χαράχθηκε στην ιταλική πόλη πέρασε σε όλο το σώμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στην Ελλάδα και πανευρωπαϊκά. Στη χώρα μας εγκαινιάστηκαν νέα τμήματα με πιο εξειδικευμένο αντικείμενο, ενώ ιδρύθηκαν παντού νέα μεταπτυχιακά προγράμματα εξειδικευμένα και με δίδακτρα. Σε άλλες χώρες οι αλλαγές εξειδικεύτηκαν περισσότερο, με την κατάργηση της τετραετούς φοίτησης σύμφωνα με το νέο πρότυπο: Τρία χρόνια μπάτσελορ αρχικά και έπειτα δύο χρόνια μάστερ.
Η «βόμβα» έσκασε στη Γερμανία, όπου το «σύστημα Μπολόνια» εφαρμόστηκε πλήρως. Με αφορμή τις σοβαρές φοιτητικές κινητοποιήσεις που συνταράζουν ακόμα τη χώρα, ακόμη και αστικοί κύκλοι αμφισβητούν ανοιχτά πλέον το μοντέλο που επιβλήθηκε δέκα χρόνια πριν. «Έσκασε η φούσκα της Μπολόνια» είναι ο χαρακτηριστικός τίτλος πρωτοσέλιδου άρθρου στη συντηρητική μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα Φράνκφουρτερ Αλγκεμάινε τις προηγούμενες ημέρες. «Η βαθύτερη μεταρρύθμιση του γερμανικού πανεπιστημίου από το 19ο αιώνα μπορεί να θεωρηθεί αποτυχούσα» υπογραμμίζει ο αρθρογράφος. Οι επισημάνσεις που χρόνια τώρα κάνει το φοιτητικό και πανεπιστημιακό κίνημα στην Ελλάδα και οι οποίες αντιμετωπίζονταν ως ακραίες απόψεις μειοψηφιών από την κυβέρνηση και μεγάλη μερίδα των πανεπιστημιακών, τώρα έχει πάρει θέση στις αναλύσεις των δεξιών γερμανικών εφημερίδων! «Τι απέγινε μια επιστημονική κουλτούρα που είχε θεμελιωθεί στην επιχειρηματολογία, είχε θεσμοποιήσει την αμφιβολία, επιδίωκε να προάγει την ανεξάρτητη σκέψη και τη μακροπρόθεσμη γνωστική διαδικασία», αναρωτιέται ο δημοσιογράφος στις στήλες του ίδιου εντύπου. «Δεν διεξάγεται πλέον έρευνα επειδή ένα ερώτημα χρήζει απαντήσεως, αλλά επειδή πρέπει να εισρεύσουν στα λογιστικά βιβλία χρηματικοί πόροι» γράφει χωρίς περιστροφές, θυμίζοντας φράσεις από τα κείμενα που ψηφίζουν οι ελληνικές φοιτητικές γενικές συνελεύσεις από το 1999 μέχρι σήμερα.
«Αν γίνει τώρα κάτι καλύτερο, αυτό θα οφείλεται στους φοιτητές και τις διαμαρτυρίες τους. Χωρίς αυτούς, ποτέ δεν θα σταθεί στα πόδια της η παιδεία στη Γερμανία», καταλήγει η ανάλυση στην εφημερίδα. Η γερμανική αστική τάξη, έχοντας βαθιά επίγνωση του ρόλου που καλείται να παίξει η επιστημονική έρευνα στην αναπαραγωγή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, στέκεται επικριτικά πλέον απέναντι στο νεοφιλελεύθερο πείραμα που έθεσε την τριτοβάθμια εκπαίδευση υπό το ζυγό των επιχειρήσεων και της ανταποδοτικότητας, βγάζοντας εξειδικευμένους αλλά ημιμαθείς αποφοίτους. Στην Ελλάδα, κυβερνήσεις και πανεπιστημιακοί, πλην εξαιρέσεων, «προσκυνούν» ακόμα στο βωμό της Μπολόνια.
::::::::
Ποιος θυμάται την Μπολόνια; Το σύστημα σπουδών που στη Γερμανία σκέφτονται σοβαρά να το καταργήσουν, ενώ στην Ελλάδα ελέω κινήματος δεν εφαρμόστηκε ποτέ στην πλήρη του μορφή, είναι ακόμα εδώ και στοιχειώνει προγράμματα σπουδών και φοιτητικές γενικές συνελεύσεις. Μάλιστα, τις 11-12 Μαρτίου 2010 θα πραγματοποιηθεί στη Βουδαπέστη και τη Βιέννη επετειακή υπουργική σύνοδος για το κείμενο της Μπολόνια. Στο κείμενο της πρόσκλησης υπογραμμίζεται: «Η διακήρυξη της Μπολόνια έχει μετασχηματίσει τις δομές της ευρωπαϊκής ανώτατης εκπαίδευσης με επαναστατικό τρόπο και έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην ενδυνάμωση του ανταγωνισμού και της ελκυστικότητας της ευρωπαϊκής ανώτατης εκπαίδευσης». Τι είδους όμως επανάσταση ήταν αυτή;
Πρώτος στόχος που διατυπώθηκε στην Μπολόνια ήταν η υιοθέτηση ενός ενιαίου συστήματος ακαδημαϊκών βαθμών, ώστε τα πτυχία των διάφορων χωρών να αναγνωρίζονται και να συγκρίνονται εύκολα. «Υιοθέτηση ενός συστήματος που ουσιαστικά βασίζεται σε δύο κύκλους, προπτυχιακό και μεταπτυχιακό. Η πρόσβαση στο δεύτερο κύκλο θα απαιτεί την επιτυχή ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου σπουδών, διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών», αναφέρεται στο κείμενο διακήρυξης της Μπολόνια. Σκοπός ήταν λοιπόν κατ’ αρχήν η μείωση του χρόνου σπουδών για το βασικό πτυχίο και η επιβολή εξετάσεων για να υπάρχει πρόσβαση στο μεταπτυχιακό, την εξειδικευμένη γνώση.
Τελικά, δέκα χρόνια μετά, οι μισοεκπαιδευμένοι πτυχιούχοι των τριετών σχολών δεν έχουν τι να κάνουν το μπάτσελορ που απέκτησαν. Η σύντμηση του χρόνου σπουδών δεν αποτέλεσε φυσικά κάποιο ατού για την εξεύρεση εργασίας. Το αντίθετο, έχει εκτιναχθεί πανευρωπαϊκά η ανεργία των πτυχιούχων. Επιπλέον, οι θέσεις για το επόμενο στάδιο φοίτησης, το μάστερ, είναι σαφώς περιορισμένες και με δίδακτρα. Δικαίως λοιπόν η Φράνκφουρτερ Αλγκεμάινε χαρακτηρίζει σε ανάλυσή της ως «ζόμπι του μπάτσελορ» τους φοιτητές που αναγκάζονται να διακόψουν τις σπουδές τους και τώρα προχωρούν σε δυναμικές κινητοποιήσεις και καταλήψεις για να ανατρέψουν τις κατευθύνσεις της Μπολόνια.
Η Μπολόνια …ήρθε και στη χώρα μας πάντως, έστω κι αν δεν υιοθετήθηκαν επισήμως οι δύο κύκλοι σπουδών και παρόλο που η φοίτηση παρέμεινε τετραετής. Πλέον, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές έφτασαν τις 75.000, ενώ οι προπτυχιακοί φοιτητές είναι περίπου 340.000. Σε «μάστερ» λοιπόν προχωρά κάτι λιγότερο από το ένα τέταρτο. Παράλληλα, η απαξίωση των προπτυχιακών σπουδών είναι εμφανής, καθώς σε ελάχιστες περιπτώσεις εξασφαλίζει επαρκή επαγγελματικά δικαιώματα. Έτσι, το βάρος μετατίθεται στο μεταπτυχιακό, η πρόσβαση στο οποίο εξασφαλίζεται έπειτα από εξετάσεις και πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, με τσουχτερά δίδακτρα. Επιπλέον, ο σχεδιασμός των μεταπτυχιακών προγραμμάτων έγινε έτσι ώστε να καλύπτει τις ανάγκες εξειδίκευσης που επέβαλλε η αγορά και οι επιχειρήσεις. Μάλιστα, με αιχμή τα Μεταπτυχιακά Διπλώματα Ειδίκευσης, ετήσια εξειδικευμένα προγράμματα που προέβλεπαν ένα εξάμηνο μαθήματα και ένα εξάμηνο διπλωματική εργασία, «ισοφαρίστηκε» ο ιδανικός χρόνος σπουδών που προέβλεπε η Μπολόνια, τα 5 χρόνια για μάστερ.
Σαν δεύτερο στόχο, η συνθήκη της Μπολόνια το 1999 έθεσε την «καθιέρωση συστήματος διδακτικών μονάδων ως το κατάλληλο μέσο για την προώθηση της πιο ευρείας κινητικότητας των φοιτητών». Με άλλα λόγια, οι ευρωπαίοι υπουργοί Παιδείας σκέφτηκαν να διαιρέσουν τη διδασκόμενη γνώση στα πανεπιστήμια σε κλάσματα, ώστε ο φοιτητής να συγκεντρώνει κομμάτια από διαφορετικά ιδρύματα και προγράμματα σπουδών, μέχρι να συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό και να πάρει πτυχίο. Η γνώση ποσοτικοποιήθηκε αυθαίρετα, σύμφωνα με μια λογική τυποποίησης η οποία τελικά καταργεί τον ενιαίο χαρακτήρα κάθε προγράμματος σπουδών. Τα «α λα καρτ» πτυχία της Μπολόνια τελικά στόχο είχαν να καταργήσουν τους επιστημονικούς κλάδους αλλά και τα ενιαία εργασιακά δικαιώματα των αποφοίτων, αφού οι τίτλοι σπουδών θα ήταν πλέον ατομικοί.
Όλο και περισσότεροι ακαδημαϊκοί είδαν ότι το παραπάνω σύστημα ευτελίζει τις σπουδές. Περαιτέρω, έγινε κατανοητό ότι το σκεπτικό αυτό καταργεί την ακαδημαϊκή ελευθερία κάθε πανεπιστημίου να καθορίζει τη σύνθεση του προγράμματος σπουδών του. Η Μπολόνια αποτύπωσε την αντίληψη ότι το πρόγραμμα σπουδών είναι μια συλλογή μαθημάτων που τυχαία βρέθηκε σε ένα σύνολο. Η προφανής αυτή υπονόμευση της επιστημονικής βάσης που πρέπει παρέχουν τα τριτοβάθμια ιδρύματα υπονόμευε τελικά τον ίδιο το ρόλο της επιστήμης.
Περαιτέρω οι παρεχόμενες γνώσεις προσανατολίστηκαν σε εξωεπιστημονικά κριτήρια κερδώας αποδοτικότητας. Έγινε σαφές ότι πληροφορίες, δεξιότητες και θραύσματα γνώσης, χωρίς τις βαθύτερες εσωτερικές αιτιακές τους σχέσεις, δεν συνιστούν γνώση. Αντίθετα, οδηγούν στην προοδευτική παρακμή της κριτικής σκέψης, δηλαδή της θεμελιώδους δεξιότητας του ανθρώπου να κατανοεί σε ποιον κόσμο καλείται να ζήσει. Γενικά, προωθήθηκε ένα σύστημα που φιλοδοξεί να υποκαταστήσει την ανάγκη για ευρύτερη γενική μόρφωση με διαδοχικές καταρτίσεις ευέλικτα προσαρμοζόμενες στις ανάγκες της αγοράς. Μόλις αυτές θα ξεπερνιούνται, οι απασχολήσιμοι θα θεωρούνται αμαθείς και με την απειλή αφαίρεσης εργασιακών δικαιωμάτων, θα οδεύουν για επανακατάρτιση.
Στρατηγική για αυτές τις αλλαγές είναι από το τη δεκαετία του ’90 ένας κοινός ευρωπαϊκός χώρος ανώτατης εκπαίδευσης, όπου τα εκπαιδευτικά συστήματα θα είναι πλήρως εναρμονισμένα, πιστοποιημένα και θα παρέχουν προσόντα ποσοτικά μετρήσιμα. Ο προσανατολισμός αυτός δεν έγινε βέβαια για τις ανάγκες της γνώσης ή της έρευνας. Έγινε για την άμεση και ευέλικτη παρέμβαση του κεφαλαίου στο περιεχόμενο, τον προσανατολισμό, τη δομή και τη διοίκηση της εκπαίδευσης. Η πολιτική αυτή που παρά τα αδιέξοδα και τις πανευρωπαϊκές αντιδράσεις, ακολουθείται απαρέγκλιτα ακόμη και σήμερα, τελικά οδηγεί σε μια νέας ποιότητας εκπαίδευση, δημόσια και ιδιωτική, στην επιχειρηματική εκπαίδευση ή όπως αποκλήθηκε, στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο.
Αυτό μπορεί να πάρει την μορφή ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος υποτελούς σε κάποια επιχείρηση. Μπορεί επίσης να πάρει την μορφή πανεπιστημίων που είναι κυριολεκτικά επιχειρήσεις, καθώς έχουν τα ίδια ιδιόκτητες εταιρείες. Μπορεί όμως μέσω της εφαρμοσμένης έρευνας και της αναδιαμόρφωσης των προγραμμάτων σπουδών, να συμβάλει άμεσα στην καπιταλιστική κερδοφορία. Το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο είναι τύποις δημόσιο. Λειτουργεί όμως με βάση τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και μπορεί να αποδέχεται κάθε είδους ιδιωτική «ενίσχυση» ή να επιβάλει δίδακτρα. Τόσο σε προπτυχιακό όσο και κυρίως σε μεταπτυχιακό και ερευνητικό επίπεδο.
Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής επί μία δεκαετία τελικά δείχνει τα όριά της. Για παράδειγμα, η στροφή των πανεπιστημίων στην εφαρμοσμένη έρευνα, η οποία γίνεται κατά παραγγελία επιχειρήσεων ή άλλων φορέων και πληρώνεται άμεσα, έχει παραμερίσει τη βασική έρευνα. Την έρευνα υποδομής, η οποία ναι μεν δεν έχει άμεση ανταποδοτικότητα, όμως συνεισφέρει μακροπρόθεσμα στον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη όλης της καπιταλιστικής μηχανής. Επομένως, η νεοφιλελεύθερη στροφή που εκφράστηκε με την Μπολόνια έθεσε στην εφαρμογή της υπό αίρεση τα υποστυλώματα του συστήματος. Γι’ αυτό το λόγο και συμμαχούν οι αστοί της Γερμανίας με το δυναμικό φοιτητικό κίνημα, όπως εκφράζεται μια τέτοια σύμπλευση από τις στήλες των αστικών γερμανικών εντύπων. Το διεθνές κύμα αμφισβήτησης της Μπολόνια πάντως δεν είναι απαραίτητα προοδευτικό. Άλλωστε, πολύ συχνά τα αδιέξοδα της αστικής πολιτικής αξιοποιούνται για ακόμη αντιδραστικότερες τομές.
(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 25-12-2009)