Η προγραμματική υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ

17596_624577080893911_780678716_nΜια μείζων διαφορά υπήρχε μεταξύ των συνεδρίων της Αριστεράς καθ’ όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο και του 1ου ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, που ολοκληρώθηκε την Κυριακή 14 Ιουλίου. Η εγγύτητα του κόμματος στην κυβερνητική εξουσία έθεσε αυτομάτως σε δεύτερο πλάνο το ίδιο το πρόγραμμα, τις ψηφισμένες θέσεις, την πολιτική αντιπαράθεση που προηγήθηκε και αντίθετα έφερε στο επίκεντρο τον επικεφαλής και την εδραίωσή του στο εσωκομματικό πεδίο, κατά τα πρότυπα των αστικών κυβερνητικών κομμάτων που πραγματοποιούν συνέδρια για το θεαθήναι.

Είναι αλήθεια ότι παρόλη τη σύντομη και αγχωμένη προσυνεδριακή διαδικασία, για την οποία ακούστηκαν πολλά αρνητικά σχόλια, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε σε ένα οργανωτικό τόλμημα, αποφασίζοντας μια σχεδόν πενθήμερη διαδικασία μαμούθ, στην οποία είχαν λόγο και ψήφο περίπου 3.500 αντιπρόσωποι. Από αυτούς μίλησαν οι 258, καθένας επί περίπου ένα πεντάλεπτο. Για την Κεντρική Επιτροπή των 200 μελών έθεσαν υποψηφιότητα 676. Όσο πραγματικό είναι όμως ότι η μαζική συμμετοχή έχει στοιχεία δημοκρατικότητας, άλλο τόσο ισχύει ότι σε ένα τόσο μεγάλο σώμα και σε μια τόσο χρονοβόρα διαδικασία δεν ακούγονται πραγματικά παρά τα πιο γνωστά στελέχη και φυσικά, η ηγεσία. Έτσι, αν γινόταν απομαγνητοφώνηση των ομιλιών του συνεδρίου, θα απαιτείτο οπωσδήποτε ένας πολύ ογκώδης τόμος. Ωστόσο, την ουσία της διαδικασίας την συμπύκνωσε σε δυο γραμμές ο Αλέξης Τσίπρας, στην αρχή της ομιλίας του το βράδυ του Σαββάτου: «Ξέρετε ποιο είναι το μήνυμα που έρχεται απ’ έξω, από όσα διαδραματίζονται αυτή τη στιγμή στην κοινωνία, που αγωνία και μάχεται; Το μήνυμα είναι τελειώνετε γιατί χανόμαστε». Όπερ μεθερμηνευόμενον σημαίνει «καλές οι διαφωνίες, καλές οι πλατφόρμες, αλλά τώρα προέχει να γίνουμε ενιαίο κόμμα, με ψηφισμένο πρόεδρο για να διεκδικήσουμε με αξιώσεις την εξουσία».

Η πλευρά αυτή δεν ξέφυγε από την κριτική των ίδιων των αριστερών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ: Ο Δημήτρης Μπελαντής μίλησε για «ένα είδος μεταπαπανδρεϊσμού» για να χαρακτηρίσει την κυρίαρχη αντίληψη στο κόμμα που δαιμονοποιεί τη διαφωνία. Ο Αντώνης Νταβανέλλος της ΔΕΑ, υπογράμμισε σε δικό του άρθρο την «υποβάθμιση της πολιτικής συζήτησης πάνω στα κεντρικά στρατηγικά διλήμματα που θέτει η νεοφιλελεύθερη επιθετικότητα του κεφαλαίου».

Το στοίχημα για τον Αλέξη Τσίπρα ήταν όμως να εκπέμψει ένα μήνυμα εσωκομματικής κατίσχυσης και εδραίωσης της ηγετικής του θέσης με αποδέκτες όχι τους αριστερούς πολίτες που θα μελετήσουν τις θέσεις, αλλά το ακροατήριο του παλιού δικομματισμού. Η εκλογή του στη θέση του προέδρου με ποσοστό 74% και ο έλεγχος της νέας Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ από στελέχη της επιρροής του με ποσοστό 70,46% δείχνουν ότι το στοίχημα κερδήθηκε, παρόλο που η επικράτησή του δεν ήταν καθόλου ανέφελη, όπως περίμενε.

Oι απόψεις που καταδικάστηκαν διά ψηφοφορίας έχουν να πουν πολλά περισσότερα από τις ίδιες τις ψηφισμένες θέσεις

Την ιστορία την γράφουν συνήθως οι νικητές και το ίδιο ισχύει και για τα κομματικά ντοκουμέντα. Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ πάντως και του ιδρυτικού του συνεδρίου, οι απόψεις που καταδικάστηκαν διά ψηφοφορίας έχουν να πουν πολλά περισσότερα από τις ίδιες τις ψηφισμένες θέσεις. Κι αυτό γιατί η Πολιτική Απόφαση δεν έχει αιχμές, αντιθέτως τα σημεία της είναι χαρακτηριστικά για την ασάφεια και τη γενικολογία τους, ενώ σε κάποια κρίσιμα θέματα σημειώνεται …σιωπή.

Χαρακτηριστικότερη παράλειψη της Πολιτικής Απόφασης του συνεδρίου είναι η τακτική συμμαχιών που προτίθεται να ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά και ειδικά στην περίπτωση που το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναδειχθεί κατά την επόμενη εκλογική αναμέτρηση στην πρώτη θέση χωρίς αυτοδυναμία. Υπό τις παρούσες πολιτικές συνθήκες η προοπτική αυτή δεν είναι θεωρητικής μόνο φύσης, παρά συζητείται ευρύτατα εδώ και μήνες και αποτελεί αντικείμενο εσωτερικής και όχι μόνο αντιπαράθεσης, λόγω του σημερινού πολιτικού σκηνικού που υποδεικνύει ως μόνους υποψήφιους συμμάχους του ΣΥΡΙΖΑ το κόμμα του Πάνου Καμμένου και τη μνημονιακή ΔΗΜΑΡ. Πόσω μάλλον, που η Αριστερή Πλατφόρμα έθεσε με τροπολογία της στο συνέδριο προς ψήφιση τις εξής αιχμές: «Συνεργασία και συμπόρευση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μαζί με δυνάμεις της ριζοσπαστικής οικολογίας». Στην πρόταση αυτή ξεκαθαριζόταν επίσης η άρνηση συνεργασίας με τους Ανεξάρτητους Έλληνες: «Τέτοιου είδους ευρύτερες συνεργασίες δεν αφορούν δυνάμεις κεντροδεξιού προσανατολισμού … ανεξάρτητα από την αντιμνημονιακή ρητορική τους». Επίσης, η τροπολογία είχε και …ρήτρα ΔΗΜΑΡ: «Με την πολιτική που εκπέμπει η ηγεσία της δεν υπάρχουν περιθώρια πολιτικής συνεργασίας», ανέφερε η αριστερή αντιπολίτευση. Το γεγονός ότι απορρίφθηκαν από το σώμα οι θέσεις αυτές και στη θέση τους δεν υπάρχει διατυπωμένη κάποια σαφής μετωπική πολιτική, δεν μπορεί να ερμηνευτεί παρά ως εξουσιοδότηση στην ηγεσία να χειριστεί εν λευκώ και κατά το δοκούν το ζήτημα, όταν προκύψει. Η μόνη «δέσμευση» του συνεδρίου είναι να επιμείνει ο ΣΥΡΙΖΑ «στην πρότασή του για συνεργασία με τις δυνάμεις της Αριστεράς», με τη σαφή όμως διευκρίνιση ότι «δεν μπορούμε να περιμένουμε έως ότου οι ηγεσίες της Αριστεράς κατανοήσουν την ανάγκη ενότητας και κοινής δράσης», ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι η επιδιωκόμενη ενότητα έχει ως αποκλειστικό σκοπό τη «στήριξη της κυβέρνησης της Αριστεράς».

Για το δημόσιο χρέος και το ευρώ

Αρκετά από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης και σχολιαστές υποστήριζαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει εξετάσεις στο συνέδριό του, ειδικά ως προς τα θέματα του χρέους και της ευρωπαϊκής προοπτικής, όπου καταγράφηκε και η συστηματικότερη αριστερή διαφωνία. Και πράγματι, ο σκόπελος αποφεύχθηκε. Στη σχετική τροπολογία που απορρίφθηκε, η Αριστερή Πλατφόρμα υπογράμμιζε: «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αναγνωρίζει αυτό το χρέος σαν χρέος του ελληνικού λαού». Και παρακάτω: «Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα προχωρήσει άμεσα στη διακοπή αποπληρωμής του χρέους (τόκων και χρεολυσίων) και στη διαγραφή του». Αντιθέτως, η θέσεις που υιοθετήθηκαν έχουν ως εξής: «Επαναδιαπραγματευόμαστε τις δανειακές συμβάσεις και ακυρώνουμε τους επαχθείς όρους τους, θέτοντας ως πρώτο θέμα τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, πραγματοποιώντας λογιστικό έλεγχο». Με άλλα λόγια το συνέδριο υποβίβασε ένα κεντρικό αίτημα σε διαπραγματευτικό επιχείρημα. Αντί της καθαρής απειλής μονομερών ενεργειών στο μόνο πεδίο που έχει ο δανειζόμενος ισχύ, αυτό της εξυπηρέτησης του χρέους, οι τελικές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ επιλέγουν διατυπώσεις με χαρακτηριστική αοριστία: «Απόλυτη προτεραιότητα για εμάς είναι η αποτροπή της ανθρωπιστικής καταστροφής … και όχι η υποταγή σε υποχρεώσεις που άλλοι ανέλαβαν», χωρίς να διευκρινίζεται ποιες είναι αυτές. Και παρακάτω, η επιλογή του κειμένου να μιλήσει συγκαλυμμένα είναι χτυπητή: «Θα αντιμετωπίσουμε τις ενδεχόμενες απειλές και τους εκβιασμούς των δανειστών με όλα τα διαθέσιμα όπλα που μπορούμε να επιστρατεύσουμε», χωρίς να τα απαριθμεί. Είναι ίσως χαρακτηριστικό ότι η ψηφοφορία αυτή ήταν και η πλέον αμφίρροπη, με εκτιμήσεις της Αριστερής Πλατφόρμας να ανεβάζουν το ποσοστό αποδοχής των τροπολογιών της στο 40%.

«Όχι» όμως είπε και το πολυπληθές σώμα των συνέδρων του ΣΥΡΙΖΑ και σε σχετική προσθήκη με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Για ένα όχι μέχρι το τέλος στους εκβιασμούς». Σε αυτήν διατυπωνόταν ρητά ότι «ενδεχόμενο εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη … σε καμία περίπτωση δεν συνιστά καταστροφή ή εθνική απομόνωση», αντιθέτως χαρακτηριζόταν «βιώσιμη και θετική πρόταση διεξόδου με ελπιδοφόρο ορίζοντα», στο βαθμό βέβαια που εντασσόταν «σε ένα προοδευτικό σχέδιο ρήξης με τα μνημόνια και την τρόικα». Αν και ο ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζει τι απορρίπτει, δεν είναι απολύτως σαφές τι υιοθετεί, αφού και σε αυτό το πεδίο, οι προγραμματικές θέσεις είναι αρκετά ασαφείς. Ενώ υπάρχει η διαπίστωση ότι «το ευρώ αντιμετωπίζεται κυρίως ως όχημα της γερμανικής πολιτικής» και αναγνωρίζεται ότι «το μέλλον της ευρωζώνης αλλά και της ίδιας της ενωμένης Ευρώπης καθίσταται διαρκώς περισσότερο επισφαλές», δεν διατυπώνεται με σαφήνεια μια κατεύθυνση για τα ζητήματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και κυρίως, της νομισματικής πολιτικής. Αφήνεται να εννοηθεί ότι διατηρώντας το διεθνές και ειδικά το ευρωπαϊκό πλαίσιο ανέπαφο, μπορεί μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να διαχειριστεί αυτοτελώς στο εσωτερικό της χώρας τις επιπτώσεις της κρίσης. Παράλληλα, εγκαταλείφθηκε στην Πολιτική Απόφαση η πολύ πρόσφατη θέση της ηγεσίας του κόμματος για «μέτωπο των χωρών του Νότου» σε επίπεδο κινημάτων ή κυβερνήσεων.

Για τις ιδιωτικοποιήσεις

Διαπάλη για τις διατυπώσεις σημειώθηκε και για τις τροπολογίες που αφορούσαν τις ιδιωτικοποιήσεις. Η Αριστερή Πλατφόρμα πρότεινε, αλλά το συνέδριο δεν υιοθέτησε, τις παρακάτω προσθήκες: «Εθνικοποίηση υπό εργατικό έλεγχο των τραπεζών και των στρατηγικών τομέων της οικονομίας», θέση που εξειδικευόταν σε «πλήρη δημόσια ιδιοκτησία, δημόσια διαχείριση, εργατικό και κοινωνικό έλεγχο», μιλώντας για το χρηματοπιστωτικό τομέα, τον τομέα της ενέργειας, τα μέσα μαζικής μεταφοράς,τα λιμάνια, τα αεροδρόμια και τους αυτοκινητοδρόμους, τα ΕΛΤΑ και την αμυντική βιομηχανία, αλλά και τα ναυπηγεία και τις επιχειρήσεις ορυκτού πλούτου. Οι θέσεις που προτίμησε να υιοθετήσει το σώμα κινούνται σε διαφορετικό πλαίσιο, αφού αποφεύγεται ο όρος «εθνικοποίηση» και «εργατικός έλεγχος». Για το τραπεζικό σύστημα αναφέρεται πως θα τεθεί «υπό την ιδιοκτησία και τον έλεγχο του Δημοσίου» ενώ για τις υπόλοιπες δημόσιες επιχειρήσεις γίνεται λόγος για ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων, την ίδια στιγμή που εξαγγέλλεται η επαναφορά του καθεστώτος όπως ίσχυε μέχρι σήμερα: «Επαναφέρουμε υπό δημόσιο έλεγχο και ταυτόχρονα ανασυγκροτούμε πλήρως τις επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας που έχουν ιδιωτικοποιηθεί», αναφέρει η Πολιτική Απόφαση, κάνοντας απλώς λόγο για «Δημόσιο νέου τύπου».

Για το β’ κύμα ριζοσπαστικοποίησης

Εύγλωττη όμως είναι και η τελευταία προσθήκη που έθεσε στο συνέδριο η Αριστερή Πλατφόρμα για να απορριφθεί, όπως και οι προηγούμενες. Σε αυτήν ζητείτο η «εμβάθυνση του ριζοσπαστικού χαρακτήρα του κόμματος, αναβάθμιση των κινηματικών και μαχητικών του χαρακτηριστικών», ενώ διατυπωνόταν η κατεύθυνση ο ΣΥΡΙΖΑ «να επιδείξει αξιοπιστία στο ριζοσπαστισμό του και την ανατρεπτική του κατεύθυνση». Φαίνεται όμως ότι εκείνο που κυριάρχησε ήταν μια διαφορετική φυσιογνωμία για το ΣΥΡΙΖΑ, κλειστή πλέον για το ριζοσπαστισμό της πρώτης του περιόδου. «Αυτό το αγωνιστικό κάλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ απευθύνεται προς όλους, προς όλους, προς όλους», τόνισε μετ’ επιτάσεως ο Αλέξης Τσίπρας από το βήμα του συνεδρίου για να κάνει ένα διπλό κάλεσμα: «Στο δημοκρατικό κόσμο που στήριξε της ελπίδες και τις προσδοκίες στο ΠΑΣΟΚ και έδωσε μάχες για την αλλαγή» αλλά και «προς τους συντηρητικούς πολίτες».

Ο Στάθης Κουβελάκης με άρθρο αποτίμησης που δημοσίευσε στην ιστοσελίδα iskra.gr μίλησε για «ενίσχυση των δεξιόστροφων, διαχειριστικών απόψεων που καλλιεργούνται στον ΣΥΡΙΖΑ στο όνομα ενός κοντόθωρου και στην ουσία επιπόλαιου ρεαλισμού». Ο Αντώνης Νταβανέλλος επίσης, με δικό του κείμενο στο rproject.gr στηλίτευσε τη λογική που υποστηρίζει ότι «προηγείται η σωτηρία της χώρας και κατά συνέπεια η αριστερή πολιτική, οι προγραμματικοί στόχοι και τα μέτρα σοσιαλιστικής κατεύθυνσης θα πρέπει να απωθηθούν στο μέλλον». Πιο αιχμηρός, ο Δημήτρης Μπελαντής έκανε λόγο για «συνέδριο στρατηγικής παλινδρόμησης». Είναι βέβαια θέμα πολιτικής εκτίμησης το πόσο και αν κλείνει ο δρόμος για μια νέα ριζοσπαστική στροφή του κόμματος. Με ανακοίνωσή της στο τέλος του συνεδρίου, η Αριστερή Πλατφόρμα εντόπισε «μεγάλη και ανοδική απήχηση» για τις εναλλακτικές της θέσεις, ενώ ο Δημήτρης Στρατούλης, όπως λέει σήμερα στο Πριν (βλ. σελ. 15) «αισιοδοξώ και αγωνίζομαι με άλλους συντρόφους μου αυτή η άποψη να γίνει γρήγορα πλειοψηφική στο ΣΥΡΙΖΑ». Η πραγματικότητα είναι ότι παρά την ισχυρή καταγραφή της αριστερής διαφωνίας, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ «κλείδωσε» με τον πιο επίσημο τρόπο πολιτικές θέσεις προς τον αντίθετο του ριζοσπαστισμού προσανατολισμό, την πιο κρίσιμη περίοδο για τη δοκιμασία των απόψεων αυτών στην πράξη.

 Οργανωτικός φιλελευθερισμός με αποκλεισμούς

1069393_623754074309545_597614572_nΤο μεγαλύτερο μέρος του συνεδρίου, των συζητήσεων και των διαξιφισμών αφορούσε τα οργανωτικά ζητήματα του νέου, ενιαίου φορέα, που συμβολικά τροποποίησε εκ νέου το όνομά του σε σκέτο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αλήθεια ότι τα αποτελέσματα υπήρξαν θετικά και για τις δύο κύριες πλευρές που είδαν τις δυνάμεις τους να αυξάνονται. Ο Αλέξης Τσίπρας εδραίωσε την κυριαρχία του μέσω της μεγάλης πλειοψηφίας που πήρε ως πρόεδρος από το σώμα των συνέδρων. Το 74,08% και οι 2.477 ψήφοι είναι ασφαλώς μια μεγάλη νίκη, ωστόσο υπολείπεται από το στόχο που είχε θέσει εκ των προτέρων η ηγετική ομάδα, ο οποίος σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ανέβαζε τον πήχη σε ποσοστά άνω του 80%. Στο αποτέλεσμα αυτό έπαιξε ρόλο η επιλογή των συνέδρων της Αριστερής Πλατφόρμας να ρίξουν στην κάλπη λευκά ψηφοδέλτια, τα οποία ανήλθαν σε 688, ποσοστό δηλαδή 20,57%.

Η αντιπαράθεση που προηγήθηκε αφορούσε τον τρόπο εκλογής του προέδρου του κόμματος, αν δηλαδή θα ψηφιζόταν από το ίδιο το συνέδριο, όπως και έγινε, ή αν θα ψηφιζόταν από την Κεντρική Επιτροπή. Η πλευρά Τσίπρα υποστήριξε ότι βάσει των ιδιαίτερων πολιτικών συνθηκών, απαιτείτο ισχυρή εντολή και νομιμοποίηση για το νέο πρόεδρο, την ίδια στιγμή που η Αριστερή Πλατφόρμα είδε στην επιλογή αυτή μια επιχείρηση υποβιβασμού του ρόλου της Κεντρικής Επιτροπής με παράλληλη αυτονόμηση του προέδρου. Τελικώς, εγκρίθηκε η απόφαση εκλογής του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ από το συνέδριο καθώς επίσης και η καταστατική ρύθμιση ο τρόπος εκλογής του προέδρου σε κάθε συνέδριο να αποφασίζεται από το σώμα. Στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας υποστήριξαν κατόπιν ότι αυτή ήταν μια λάθος επιλογή του Αλέξη Τσίπρα, καθώς ενδεχόμενη εκλογή του από την Κεντρική Επιτροπή θα εξασφαλιζόταν μάλλον ομόφωνα και χωρίς αντιπαραθετικές υποψηφιότητες, όπως αυτές της Σίσσυς Βωβού που έλαβε 157 ψήφους και ποσοστό 4,69% και του Παναγιώτη Ηλιόπουλου, που έλαβε 22 ψήφους και ποσοστό 0,66%.

Στη μάχη της Κεντρικής Επιτροπής θέση της ηγεσίας ήταν να καταργηθεί το σύστημα της λίστας και συνακόλουθα η αναλογική εκπροσώπηση των τάσεων στο κεντρικό όργανο. Η άποψη αυτή δεν συνάντησε τη συναίνεση των υπόλοιπων πλευρών, με αποτέλεσμα να κατέλθουν 6 ψηφοδέλτια. Την πρώτη θέση κατέλαβε το Ενιαίο Ψηφοδέλτιο που συνένωσε τις τάσεις (Αριστερή Ενότητα, Πλατφόρμα 2010 και τις συνιστώσες ΚΟΕ, ΑΚΟΑ κ.λπ.) που στηρίζουν τον Αλέξη Τσίπρα, με 67,61%, δεύτερη ήρθε η Αριστερή Πλατφόρμα (από το πρώην Αριστερό Ρεύμα του Συνασπισμού και τις συνιστώσες ΔΕΑ, Κόκκινο, ΑΠΟ) με 30,15% και ακολούθησαν με πολύ μικρότερα ποσοστά (1% και κάτω) τα ψηφοδέλτια Ανένταχτοι εντός ΣΥΡΙΖΑ, Κομμουνιστική Τάση, Παρέμβαση των μελών και Παρέμβαση για την ενότητα.

Από τα μελανά σημεία της διαδικασίας, που δείχνει και τη σφοδρή διαπάλη των μηχανισμών που διεξήχθη στο κλειστό γήπεδο του Φαλήρου, το γεγονός ότι στη νέα Κεντρική Επιτροπή δεν υπάρχει κανένα μέλος που να εκπροσωπεί τα στελέχη που προέρχονται από τη σοσιαλιστική Αριστερά. Οι μεν Σοφία Σακοράφα και Παναγιώτης Κουρουμπλής επέλεξαν για δικούς τους λόγους να μη θέσουν καν υποψηφιότητα για το όργανο, υπήρξαν όμως και στελέχη που δεν «επιβίωσαν» πολιτικά από το διχασμό των δύο βασικών τάσεων. Έτσι απέκτησε ένα πιο ρεαλιστικό πέρα από συμβολικό χρώμα, η αποπομπή της προσθήκης «Ενωτικό Κοινωνικό Μέτωπο» από τον τίτλο του κόμματος, που στις προηγούμενες εκλογές επιλέχθηκε για να σηματοδοτήσει ακριβώς αυτή τη συμμαχία με δυνάμεις που αποδεσμεύτηκαν από το ΠΑΣΟΚ, μετά την ψήφιση του Μνημονίου. Την τακτική τους να συγκρουστούν με την κορυφή «πλήρωσαν» όμως και οι Ενεργοί Πολίτες του Μανώλη Γλέζου, τα μέλη των οποίων δεν είδαν τα ονόματά τους στη λίστα των εκλεγμένων μελών της Κεντρικής Επιτροπής.

Η αναμενόμενη ως «μάχη των μαχών» για την επιβίωση ή μη των συνιστωσών έληξε, μετά και από την καθοριστική παρέμβαση του Μανώλη Γλέζου, με συμβιβασμό της πλευράς Τσίπρα. Σύμφωνα με την απόφαση που έλαβε το συνέδριο, όσες συνιστώσες δεν έλαβαν απόφαση αυτοδιάλυσης, «δεσμεύονται να παύσουν την ξεχωριστή δημόσια δράση ώστε να δοθεί έμφαση στην ενιαία δράση, στις κοινές εμφανίσεις χωρίς ξεχωριστή παρουσία, στη βάση των καταστατικών αρχών και των συλλογικών αποφάσεων του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ», όπως υπογραμμίζεται στην προσθήκη του καταστατικού που ψηφίστηκε. Παράλληλα, μετά από σοβαρή διαπάλη, αφαιρέθηκε και ο χρονικός προσδιορισμός της αυτοδιάλυσης: «Είναι λογικό να δοθεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα ώστε να υπάρξουν οι αναγκαίες αποφάσεις από τις συνιστώσες», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση. Ήδη όμως, τα όποια ευεργετήματα απολάμβαναν με το καθεστώς της συνιστώσας, τα απώλεσαν οι οργανώσεις της Αριστεράς, αφού καταργήθηκε η δυνατότητα βέτο σε αποφάσεις, όπως ίσχυε στην παλιά «γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ», ενώ δύσκολα πια θα αποφασιστεί πολιτικά πριμοδότηση στελεχών σε εκλογές για την αναλογική εκπροσώπηση των απόψεων στο Κοινοβούλιο, όπως γινόταν μέχρι σήμερα, πρακτική που είχε εκτός των άλλων και οικονομικό αντίκτυπο.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 21/7/2013)

Τάσος Σταυρόπουλος: Μαζί στις 18 η αντιΕΕ Αριστερά

«Σαν χάρτινος πύργος» εκτιμά ο Τάσος Σταυρόπουλος, συντονιστής του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής ότι θα καταρρεύσουν την επομένη των εκλογών οι υποσχέσεις για κοινωνικό κράτος, αν γίνονται με γνώμονα την παραμονή της χώρας στο ευρώ. Προτείνει την επομένη των εκλογών η Αριστερά που βλέπει τη λύση μέσα από τη σύγκρουση με την ευρωζώνη να βρεθεί στις ίδιες γραμμές, στη βάση ενός επείγοντος προγράμματος.

Υπάρχει διέξοδος από την κρίση χωρίς έξοδο από το ευρώ;

Όχι, δεν μπορεί να υπάρξει έξοδος από την κρίση στο πλαίσιο της ευρωζώνης. Κατ’ αρχάς επειδή η ίδια η ευρωζώνη δε δέχεται κατάργηση των μνημονίων και έπειτα η χώρα μας δεν έχει δυνατότητα να χρηματοδοτήσει κανένα τομέα της οικονομίας. Υφίσταται αφαίμαξη από την ΕΚΤ και το ΔΝΤ και δεν μπορεί καμία κυβέρνηση να κάνει ανασυγκρότηση και αναδιοργάνωση της οικονομίας, αν δεν υπάρχει χρήμα. Άρα όποια κυβέρνηση θελήσει να βγει από την κρίση, είναι αναγκασμένη να συγκρουστεί και να επανέλθει στο εθνικό νόμισμα.

Αυτό αρκετοί υποστηρίζουν ότι ισοδυναμεί με καταστροφή, όχι με φιλολαϊκή εξέλιξη…

Μεγαλύτερη καταστροφή από αυτή που έχει υποστεί η χώρα και λαός μέσα στην ευρωζώνη, δεν νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει. Αυτή τη στιγμή οι άνεργοι έχουν ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο, η οικονομία είναι σε ύφεση, κάθε μέρα απολύονται χίλιοι εργαζόμενοι, δεν υπάρχει ελπίδα πουθενά, η παραγωγή έχει καταρρεύσει, η αγροτική οικονομία συρρικνώνεται. Επομένως η χρεοκοπία υπάρχει, απλώς δεν έχει επισημοποιηθεί. Αν επανέλθουμε σε εθνικό νόμισμα, θα υπάρχει οπωσδήποτε μια δυσκολία στην αρχή για μερικούς μήνες, αλλά σταδιακά η οικονομία θα επανέλθει. Θα πρέπει βέβαια η εξέλιξη αυτή να συνοδευτεί από εθνικοποίηση των τραπεζών, δεν μπορεί να υπάρχει ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων στην αρχή και θα πρέπει η κυβέρνηση να δώσει χρήματα, για να ανασυγκροτήσει την οικονομία. Στο πλαίσιο όμως του ευρώ δεν υπάρχει ελπίδα.

Πόσα περιθώρια μεταρρυθμίσεων υπέρ των εργαζομένων έχει μια αριστερή κυβέρνηση;

Μία αριστερή κυβέρνηση, για να έχει επιτυχία, πρέπει πρώτα να συγκρουστεί με την ευρωζώνη. Επιμένω ότι μέσα στο πλαίσιο της ευρωζώνης δεν υπάρχει περιθώριο να πάρει μέτρα υπέρ των εργαζομένων. Κάποιες ανεπαίσθητες μεταρρυθμίσεις μπορεί να γίνουν, αλλά το κακό δεν μπορεί να καταπολεμηθεί και αυτό είναι η συρρίκνωση της οικονομίας, η καλπάζουσα ανεργία και η διάλυση όλων των οικονομικών δομών της χώρας.

Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ σας ικανοποίησε;

Το πρόγραμμα έκανε λόγο αρχικά για διαπραγμάτευση και αναδιαπραγμάτευση των μνημονίων, στο τέλος πρότεινε κατάργηση ή ακύρωση. Ακούγονται βέβαια και φωνές για νέα διαπραγμάτευση μετά την ακύρωση, αλλά με εμμονή μέσα το ευρώ. Αυτή η πολιτική που προτείνεται για την υποστήριξη της ευρωζώνης πιστεύω ότι θα αποτύχει. Όχι μόνο δεν με ικανοποιεί, αλλά δεν πρόκειται να έχει και επιτυχία.

Πώς βλέπετε την επόμενη ημέρα των εκλογών για τις αντιΕΕ δυνάμεις της Αριστεράς;

Η Αριστερά που βλέπει τη λύση μέσα από τη σύγκρουση με την ευρωζώνη και το ευρώ πρέπει να βρεθεί μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου. Έχει καθυστερήσει ήδη και αυτό έχει βοηθήσει να καλλιεργούνται αυταπάτες περί εξόδου από την κρίση μέσα στα πλαίσια ενός συστήματος που έχει δημιουργήσει την κρίση και επιχειρεί να την αντιμετωπίσει με πρωτοφανή μέτρα αγριότητας σε βάρος των εργαζομένων. Η κρίση στην ελληνική κοινωνία και οικονομία είναι μεγάλη και δεν πρόκειται να δοθεί λύση με τις εκλογές και με πολιτικές που θα ασκηθούν με γνώμονα την υπεράσπιση της ευρωζώνης. Προγράμματα και υποσχέσεις που καλλιεργούνται ότι μπορούν να ανακτηθούν απώλειες από το μεταπολεμικό κράτος πρόνοιας, χωρίς να υπάρχει σύγκρουση με τις δομές της ΕΕ και με γνώμονα να κρατηθεί η χώρα μέσα στο ευρώ, μπορούν να καλλιεργούν ψευδαισθήσεις προεκλογικά, αλλά μετεκλογικά θα καταρρεύσουν σαν χάρτινος πύργος. Επομένως, πρέπει να φτιαχτεί εκείνος ο πόλος που είναι αποφασισμένος για σύγκρουση με την ευρωζώνη. Αυτός ο πόλος θα συγκροτηθεί στη βάση μιας κοινής στρατηγικής. Στρατηγικός στόχος είναι μια κοινωνία με σοσιαλιστική προοπτική, αλλά στη βάση ενός μίνιμουμ και επείγοντος προγράμματος: Ακύρωση μνημονίων, στάση πληρωμών, διαγραφή του χρέους, εθνικοποίηση τραπεζών, επιστροφή σε εθνικό νόμισμα και άμεση ανασυγκρότηση της οικονομίας, γιατί πρέπει να δοθεί λύση με τους άνεργους και με την ύφεση στην οικονομία, που είναι μια έτοιμη πυριτιδαποθήκη να εκραγεί.

Πώς ερμηνεύετε την απίστευτη επίθεση που δέχτηκε η Λιάνα Κανέλλη και η Ρένα Δούρου από τον τραμπούκο της Χρυσής Αυγής;

Ήταν αναμενόμενη η βία αυτή της Χρυσής Αυγής. Αυτή η βία βέβαια υπάρχει και στην ελληνική κοινωνία. Πρώτα απ’ όλα στα μέσα ενημέρωσης που υποθάλπουν σε ένα βαθμό αυτές τις ενέργειες. Παράδειγμα είναι το πώς παρουσίασαν τη δολοφονία του μετανάστη στην Παιανία και η στάση που πήραν. Οι εργαζόμενοι δέχονται καθημερινά τη βία του συστήματος, δέχονται καθημερινά τη βία από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχει ψυχολογική και οικονομική βία στους ανέργους. Στα γκέτο και τις γειτονιές της Αθήνας από την οικονομική ανέχεια. Αυτή η βία που εξασκείται από τα μνημόνια και την ΕΕ βρήκε πρόσφορο έδαφος να εκφραστεί από τα στελέχη της Χρυσής Αυγής. Δεν βγήκε τυχαία η οργάνωση αυτή προς τα έξω. Εκμεταλλεύεται και τα πρόβλημα με τους μετανάστες με ευθύνη και της Αριστεράς, γιατί δεν τολμάει να πάρει θέση. Να συμπληρώσουμε όμως ότι και η Νέα Δημοκρατία εξασκεί βία, όταν επαναφέρει το εμφυλιοπολεμικό κλίμα για να κερδίσει τις εκλογές. Κατά βάση η ελληνική κοινωνία υφίσταται από πολλές πλευρές βία. Και κάποιοι υπέθαλψαν τη βία της Χρυσής Αυγής, για να αποκομίσουν πολιτικά κέρδη. Έχει μεγάλη ευθύνη και η κυβέρνηση Παπανδρέου, που ήλπιζε ότι θα βγει κερδισμένη από την ισχυροποίησή της.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 10-6-2012)

Μια σχετική παρέμβαση του Τάσου Σταυρόπουλου στο φεστιβάλ Αναιρέσεις  στις 2 Ιουνίου 2012.

Αλέκα Παπαρήγα: Όχι τώρα έξοδος απ’ το ευρώ

Επανήλθε στη θέση της για τον καταστροφικό χαρακτήρα που θα είχε το ενδεχόμενο της εξόδου από το ευρώ υπό τις παρούσες συνθήκες η Αλέκα Παπαρήγα, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε την Παρασκευή για τα σενάρια χρεοκοπίας και το χρέος. Όπως τόνισε στην εισηγητική της ομιλία, «κάθε ρήγμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση … με μια αστική κυβέρνηση», που «δεν το αξιοποιεί για να το διευρύνει το εργατικό κίνημα, δεν θα εξελιχθεί σε όφελός του», αλλά δεν έθεσε το ερώτημα εάν μπορεί να επιβληθεί τέτοιο ρήγμα από το εργατικό κίνημα που θα το αξιοποιήσει για την επαναστατική προοπτική.

Συνέχεια

Σαρώνει μύθους και τηλεθέαση το Debtocracy


Πέντε δυσκολίες αναφέρει ο Μπέρτολτ Μπρεχτ ότι συναντά κανείς για να πει και να γράψει την αλήθεια: Πρέπει να έχει το θάρρος να γράψει την αλήθεια, παρόλο που παντού την καταπνίγουν. Την εξυπνάδα να την αναγνωρίσει παρόλο που τη σκεπάζουν παντού. Την τέχνη να την κάνει ευκολομεταχείριστη σαν όπλο. Την κρίση να διαλέξει εκείνους που στα χέρια τους η αλήθεια θ’ αποκτήσει δύναμη. Και τέλος, την πονηριά να τη διαδώσει ανάμεσά τους. Με αυτές τις δυσκολίες έπρεπε να αναμετρηθεί μία προς μία το Debtocracy ή αλλιώς Χρεοκρατία, το πρώτο ντοκιμαντέρ για την ελληνική και την παγκόσμια κρίση, που επέλεξε τη σκοπιά των εργαζομένων για να πει την αλήθεια. Και τα κατάφερε πέρα από κάθε προσδοκία.

Μόνο στο διαδίκτυο, μέχρι στιγμής είναι 600.000 οι προβολές της ταινίας. Στις 5 πρώτες μέρες της δημοσιοποίησής της, την είδε μισό εκατομμύριο! Οι ρυθμοί αναπαραγωγής της από μπλογκ και ιστοσελίδες άγγιξαν το «κόκκινο». Ήδη βέβαια το ντοκιμαντέρ έχει αφήσει το «μικρόκοσμο» του διαδικτύου και ξεκίνησε την πορεία του στην τηλεόραση και στις αίθουσες δημόσιων προβολών, ενώ σύντομα θα φιλοξενηθεί και σε κινηματογράφους. Ο κύκλος ενασχόλησης, που περιλαμβάνει φυσικά αρκετούς επαίνους αλά και λίβελους, έχει διευρυνθεί σε τέτοιο βαθμό, περιλαμβάνοντας διαδικτυακές συζητήσεις και σχολιασμούς σε πηγαδάκια, που σύμφωνα με τον Μιχάλη Ιγνατίου όπως μετέδωσε σε πρωινή εκπομπή του Μέγκα, έφτασαν μέχρι την Ουάσινγκτον και τα στελέχη του ΔΝΤ!

Δημοσιογραφική οικονομία λόγου και επιστημονική τεκμηρίωση, αποδεικνύουν ότι οι επιλογές που επέβαλλε η κυβέρνηση δεν ήταν μονόδρομος

Το μεγάλο όπλο που εξασφάλισε την πρωτοφανή αυτή διεισδυτικότητα σε ένα τόσο πλατύ κοινό είναι βέβαια το περιεχόμενο του ντοκιμαντέρ, του οποίου το σενάριο και τη σκηνοθεσία υπογράφουν οι Άρης Χατζηστεφάνου και Κατερίνα Κιτίδη, ενώ την επιστημονική επιμέλεια έχει ο Λεωνίδας Βατικιώτης. Όταν ο επικεφαλής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος Καν, μιλώντας από το βήμα της Βουλής, παρομοίασε το ρόλο του με αυτόν ενός γιατρού, αυτόματα δημιουργήθηκε στη σκέψη εκατομμυρίων τηλεθεατών και ακροατών η σύνδεση με τις περίφημες παρομοιώσεις του δικτάτορα Παπαδόπουλου. Κι όμως, κανένα μέσο ενημέρωσης και κανένα τοκ σόου δεν ανέφερε ότι η φρασεολογία του ΔΝΤ μας θυμίζει χούντα. Το Debtocracy όμως ξεκινά με αυτά τα λόγια. Είναι ένα ντοκιμαντέρ που δίνει φωνή και αιτιολόγηση στα γεγονότα και τις απόψεις που μέχρι στιγμής έμειναν στο περιθώριο των μέσων ενημέρωσης, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Ένα ντοκιμαντέρ που με τη δημοσιογραφική οικονομία λόγου και την επιστημονική τεκμηρίωση, αποδεικνύει ότι οι επιλογές που επέβαλλε η κυβέρνηση από τον Μάιο του 2010 δεν ήταν μονόδρομος.

«Η κυβέρνησή μας, μας αποκαλούσε κοπρίτες και οι δανειστές μας γουρούνια», είναι η αφοπλιστική ειλικρίνεια του ντοκιμαντέρ που το έκανε εν ριπή οφθαλμού τόσο δημοφιλές. «Οι κυβερνώντες έκαναν στάση πληρωμών στους πολίτες, επιχειρώντας να σώσουν τους δανειστές τους», υπογραμμίζεται χωρίς τα γνωστά δημοσιογραφικά στρογγυλέματα. Περαιτέρω, η Χρεοκρατία αποκαλύπτει σε έκταση το παράδειγμα του Ισημερινού για να επισημάνει το πόσο η πολιτική βούληση παίζει ρόλο στην τελική έκβαση των «μαχών» που δίνει μια χώρα με τους πιστωτές της. Επιστήμονες που διαδραμάτισαν κεντρικό ρόλο στο λογιστικό έλεγχο και τη μονομερή διαγραφή του χρέους της λατινοαμερικανικής χώρας, εξηγούν στην κάμερα πότε ένα χρέος είναι παράνομο, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

Πέρα από την ενθουσιώδη υποδοχή, από την πρώτη στιγμή εκδηλώθηκε και η πολεμική. Ασφαλώς δεν είναι άσχετη του περιεχομένου του ντοκιμαντέρ, η απόλυση από το Σκάι του Άρη Χατζηστεφάνου, λίγες μέρες αφότου έγινε γνωστό το περιεχόμενο του Debtocracy. Την Τετάρτη έγραψε ο Γιάννης Πρετεντέρης στα Νέα, μιλώντας για τους δημοσιογράφους και την κρίση του Τύπου: «Μια ετερόκλητη αλλά απολύτως διακριτή συμμαχία ακραίων κομματικών χώρων, περιθωριακών ακτιβιστών και επιτηδείων, θεώρησε ότι η κρίση μπορεί να μετατραπεί σε ευκαιρία». Το σχέδιο των ακραίων αυτών στοιχείων είναι κατά τον Γ. Πρετεντέρη «να τρωθεί η αξιοπιστία και η επιρροή των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης από αναπόδεικτες διαβολές για «καθεστωτική δημοσιογραφία», «εξυπηρέτηση συμφερόντων» και άλλες συναφείς ηλιθιότητες». Μιλά μάλλον για τις «ηλιθιότητες» που περίμεναν εκατοντάδες χιλιάδες, ώστε να πληροφορηθούν για το τι πραγματικά συμβαίνει στην οικονομία της Ελλάδας, της Ευρώπης και του κόσμου. Υπό αυτό το πρίσμα, εύκολα ερμηνεύεται και ο λόγος που απέκλεισαν τους συντελεστές του Debtocracy με άνωθεν εντολή από εκπομπή σε κρατικό μέσο…

Δεν είναι θεωρία συνωμοσίας. Είναι η θεωρία της ταξικής ανάλυσης της οικονομίας και η αταλάντευτη στάση υπέρ της εργαζόμενης πλειοψηφίας που κάνει το ντοκιμαντέρ της Χρεοκρατίας ανεπιθύμητο από ορισμένους κύκλους. Συγκεκριμένα: Η αναφορά του Debtocracy στους εξοπλισμούς και την τακτική της Γερμανίας να επιβάλλει την αγορά όπλων στη χώρα μας, παρά την κρίση χρέους. Ο χαρακτηρισμός της Ολυμπιάδας ως «εγκληματικής απόφασης» και το ξεμπρόστιασμα του τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης, Γιώργου Βουλγαράκη, που κόμπαζε σε αμερικανικό κανάλι ότι «το λογαριασμό των Ολυμπιακών θα τον μάθουμε μετά τη λήξη τους». Αλλά και η υπόδειξη των σχέσεων διαφθοράς με τη Ζίμενς και την Γκόλντμαν Σαξ ως συνυπεύθυνες για το χρέος.

Το ντοκιμαντέρ δεν συνιστά φυσικά πολιτική πλατφόρμα της Αριστεράς. Καταδεικνύει με παραστατικό τρόπο και ακλόνητα επιχειρήματα τις ευθύνες για τη δημιουργία του χρέους, τις πολιτικές συνέπειες της κυβερνητικής πολιτικής, ενώ στοιχειοθετεί και μια πρόταση προς τη διέξοδο: Τη δημιουργία της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου του δημόσιου χρέους. Όπως τονίζεται βέβαια, «η ΕΛΕ είναι ένα πολύτιμο όπλο σε μια μεγαλύτερη μάχη που θα διεξαχθεί με τους παραδοσιακούς τρόπους που δίνονται αυτές οι μάχες εδώ και αιώνες». Εξάλλου, γύρω από το ντοκιμαντέρ έχει συνταχθεί ένα κείμενο ερωτήσεων και απαντήσεων και ένα παράλληλο φόρουμ ανταλλαγής απόψεων, που βρίσκεται στην ιστοσελίδα www.debtocracy.gr.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 17-4-2011)

Έξω από την ΕΕ, μέσα στον ευρω-ΣΥΝ

Σε έναν αντιφατικό πόλο ρήξης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ εξελίσσεται το Αριστερό Ρεύμα του Συνασπισμού, μετά την πανελλαδική του σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο. Στην απόφαση που ψηφίστηκε καταγράφεται μεν η αντίθεση με την ΕΕ, την ίδια στιγμή όμως οι δυνάμεις του Αριστερού Ρεύματος παραμένουν εγκλωβισμένες στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της ηγεσίας της Κουμουνδούρου, κατεύθυνση που ενισχύθηκε σημαντικά μετά το διεθνές Συνέδριο του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Η πολιτική «συγκατοίκηση» του Αριστερού Ρεύματος με τη φιλοΕΕ ηγετική πτέρυγα του Συνασπισμού δεν αναμένεται να διαταραχθεί τουλάχιστον στο προσεχές διάστημα, καθώς ο προγραμματισμός του Ρεύματος είναι να ακολουθήσουν τοπικές συσκέψεις σε όλη την Ελλάδα με βάση την απόφαση, ώστε να διαμορφωθεί το αργότερο εντός δύο μηνών μια «πλατφόρμα» της τάσης.

«Αποτελεί πελώρια αυταπάτη ότι η ευρωζώνη και η ΕΕ, αυτές οι υπερεθνικές νομισματικές και αγοραίες ιμπεριαλιστικές ενώσεις του χρηματιστικού και πολυεθνικού κεφαλαίου, μπορούν να μετασχηματιστούν στο αντίθετό τους», υπογράμμισε ο Παναγιώτης Λαφαζάνης με συνέντευξή του στην Αυγή της Κυριακής. Η ρήξη με τη μεταρρυθμιστική στρατηγική που έχει σαν πυξίδα για την ΕΕ ο Συνασπισμός έγινε σαφής και από το κείμενο απόφασης της σύσκεψης του Αριστερού Ρεύματος: «Σήμερα, η ΕΕ εμφανίζει ένα αποκρουστικό ταξικό πρόσωπο και προσομοιάζει όλο και περισσότερο με ένα αντεργατικό γερμανικό στρατόπεδο, ενώ από τους κόλπους της αναδύεται ένας νέος υπερεθνικός ολοκληρωτισμός», σημειώνεται χωρίς περιστροφές, για να τονιστεί ότι «το Αριστερό Ρεύμα, έκφρασε τη ριζική του αντίθεση στη Συνθήκη του Μάαστριχτ και στη συνέχεια στη Συνθήκη του Άμστερνταμ αλλά και στις μετέπειτα απαράδεκτες συνθήκες».

Η εισήγηση του Παναγιώτη Λαφαζάνη συνιστά ριζοσπαστική πλατφόρμα αλλά με μεταρρυθμιστική απάντηση

Και το «ταμπού» του ευρώ έσπασε με τη σύσκεψη του Σαββάτου: «Το ευρώ και ο μηχανισμός του είναι ένας μηχανισμός συνεχούς διεύρυνσης των αποκλίσεων και ανισοτήτων στην ευρωζώνη και μηχανισμός κοινωνικού και ταξικού πολέμου στην Ευρώπη», σημειώνεται, χρησιμοποιώντας διατυπώσεις που η ηγεσία του Συνασπισμού δεν θα διεννοείτο καν να σκεφτεί, ενώ και το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής αποφεύγει επιμελώς. Στο ίδιο μήκος κύματος καταγράφεται και η διαφωνία του Αριστερού Ρεύματος με την τακτική απάντηση του Συνασπισμού στο ζήτημα της διαχείρισης του χρέους: «Τόσο τα ευρωομόλογα όσο και η χρηματοδότηση για την αγορά ή επαναγορά χρέους δεν συνιστούν διέξοδο ούτε για την Ελλάδα ούτε για την ΕΕ. Αντίθετα, στη βάση αυτών των εργαλείων θα εφαρμοστούν σε βάρος της χώρας μας, αλλά και οποιασδήποτε άλλης, τα πολύ σκληρά και μακροχρόνια προγράμματα κατεδάφισης και επιτήρησης» υπογραμμίζεται σχετικά στην απόφαση. Αναλόγως σημαντική είναι και η διαφοροποίηση του «Ρεύματος» σε σχέση με την Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου και χαρακτήρα της: «Η ΕΛΕ θα πρέπει να γίνει πρώτα απ’ όλα και κυρίως μια μεγάλη λαϊκή κινηματική υπόθεση αλήθειας για το χρέος και όχι κρατικό παράρτημα ή παραμάγαζο της Βουλής», τονίζεται στο κείμενο που τηρεί σαφείς αποστάσεις από την πρωτοβουλία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να καταθέσει στον πρόεδρο της Βουλής ανάλογη πρόταση.

Παρά τα βήματα διαφοροποίησης σε ριζοσπαστική κατεύθυνση, ο αντιευρωπαϊσμός του Αριστερού Ρεύματος υποτάσσεται τελικά, λόγω συσχετισμών, στο δυναμικό φιλοευρωπαϊκό και φιλοΕΕ ρεύμα
του Συνασπισμού. Όσο κι αν είναι πολύτιμη αυτή η ρήξη σε συμβολικό και όχι μόνο επίπεδο, στην πραγματικότητα το Αριστερό Ρεύμα δίνει περισσότερο άλλοθι πολυσυλλεκτικότητας στον Συνασπισμό, παρά συμβάλει σε αλλαγή πλεύσης. Επιπλέον, από το κείμενο της απόφασης προκύπτει ότι το «Ρεύμα» δεν τολμά και άλλες ρήξεις: Για παράδειγμα, δεν ασκείται πουθενά στο κείμενο κριτική στην πορεία και τα αδιέξοδα του σημερινού εργατικού κινήματος, όπως εκφράζεται επίσημα από τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ. Η απόφαση της πανελλαδικής σύσκεψης αναφέρεται στην «ανάπτυξη λαϊκών επιτροπών», όμως σαν μοναδικό αίτημα αυτού του «μεγάλου λαϊκού κινήματος» τίθεται μια διευρυμένη εκδοχή του «δεν πληρώνω-δεν πληρώνω», που θα «αγκαλιάζει» και τις πληρωμές για το δημόσιο χρέος. Λείπουν με άλλα λόγια τα ριζοσπαστικά αιτήματα που καθιστούν ένα μαζικό κίνημα πολιτικοποιημένο.

Ακολούθως, η πολιτική πλατφόρμα του Αριστερού Ρεύματος παραμένει στο δοσμένο θεσμικό πλαίσιο, προσδοκώντας από το κράτος να αλλάξει χαρακτήρα. Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, η ριζοσπαστική Αριστερά καλείται να διαμορφώσει «ένα πρόγραμμα μεγάλων αλλαγών για ένα σύγχρονο, αποδοτικό και αποτελεσματικό κράτος και δημόσιο τομέα, ικανούς να ανακτήσουν τον έλεγχο των στρατηγικών τομέων της οικονομίας». Υποβαθμίζεται δηλαδή ο ρόλος των ανεξάρτητων μαζικών οργάνων του λαϊκού κινήματος, ενώ περιγράφεται ένας μάλλον θεσμικός τρόπος αλλαγής της πολιτικής.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 26-3-2011)