Ο Αλέκος Αλαβάνος και το γαλατικό χωριό

Αυταπάτες για την αυτοδιοίκηση και υποβάθμιση του μαζικού κινήματος, χαρακτηρίζουν την υποψηφιότητα Αλαβάνου.

Σύνδρομο Αστερίξ έχει καταλάβει τον Αλέκο Αλαβάνο. Ο θρυλικός Γαλάτης έπεισε με τα κατορθώματά του τους αναγνώστες ανά τον κόσμο ότι ένα ανυπόταχτο χωριό μπορεί να αντιστέκεται στην ξένη κατοχή κι ας είναι περικυκλωμένο από στρατιωτικά οχυρά. Ο υποψήφιος του Μετώπου Ανατροπής και Αλληλεγγύης, στην τελευταία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Δρόμος το προηγούμενο Σάββατο μεταχειριζόμενος συχνά παραδείγματα από τα δημοφιλή άλμπουμ του Αστερίξ, προσπαθεί να πείσει ότι αν εκλεγεί, μία περιφέρεια μπορεί να φέρει την ανατροπή ή τουλάχιστον να δημιουργήσει μια ελεύθερη νησίδα μέσα στο αρχιπέλαγος του μνημονίου.

Αν τολμούσαμε να κάνουμε από τα αριστερά κριτική στον… Αστερίξ, θα λέγαμε ότι στο χωριό του ποτέ δεν ζήτησαν έξοδο της Γαλατίας από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Και ότι οι κάτοικοι του χωριού είχαν περιθωριακό ρόλο στην πλοκή, αφού εκπροσωπούνταν σε μόνιμη βάση από τους δύο πρωταγωνιστές. Με τις αναγκαίες αναπροσαρμογές, η ίδια κριτική στέκει και για το εγχείρημα του Αλέκου Αλαβάνου στη μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας. Το πρόγραμμα της Ελεύθερης Αττικής υποβαθμίζει καίρια το ζήτημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ΟΝΕ και δεν υιοθετεί καν το αίτημα εξόδου από το ευρώ, όπως υποστηρίζουν οι αριστεροί οικονομολόγοι.

Φυσικά, για έξοδο από την ΕΕ, ούτε σκέψη. «Δεν δίνουμε όρκο παραμονής στο ευρώ», αρκέστηκε να πει ο Αλ. Αλαβάνος στην εκδήλωση του Αριστερού Βήματος την Παρασκευή, περιγράφοντας ένα πλαίσιο δράσης και αιτημάτων πάντα εντός τη ευρωζώνης. Παρόλο που ο χαρακτήρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στις μέρες μας περισσότερο από ποτέ αντιλαϊκός με τη συμμετοχή της στην τρόικα, ο συγκεκριμένος πολιτικός χώρος δεν φαίνεται ακόμη πρόθυμος να πάρει οριστικό διαζύγιο με τον ευρωπαϊσμό. Πριν μια δεκαετία το επιχείρημα που πρόβαλε το ρεύμα της ευρωκομμουνσιμού ήταν ότι υπάρχει δυνατότητα μεταστροφής της ΕΕ σε Ευρώπη των λαών. Τώρα το επιχείρημα είναι «εκτός ευρώ το χάος», κι αυτό παρά τις περί του αντιθέτου επιστημονικές αναλύσεις που έχουν ήδη κατατεθεί.

Παράλληλα, ο Αλέκος Αλαβάνος μετατρέπει την πολιτική από πεδίο δράσης και παρέμβασης του μαζικού κινήματος, σε «παιχνίδι» για παράγοντες. Αφαιρεί κάθε «αρμοδιότητα» από το μαζικό και εργατικό κίνημα, για να συγκεντρώσει όλα τα πολιτικά καθήκοντα στο πρόσωπο του περιφερειάρχη. Στην πολιτική όμως δεν υπάρχει μαγικός ζωμός. Και στην εποχή μας ο «Ιούλιος Καίσαρας» είναι ισχυρότερος.
Δύο σημεία από την συνέντευξη του Αλέκου Αλαβάνου στο Δρόμο, τράβηξαν την προσοχή. Η φράση του πρώην προέδρου του Συνασπισμού που έδωσε και τον πρωτοσέλιδο τίτλο, «Για να βρούνε οι νέοι δουλειά, είμαστε έτοιμοι να πάμε και φυλακή». Και η αποστροφή ότι ο θεσμός της περιφέρειας μπορεί να γίνει «ανατρεπτικός». Ο Αλέκος Αλαβάνος τραβά στα άκρα μια διαχειριστική λογική για την τοπική αυτοδιοίκηση, αναπαράγοντας τη γνωστή στην Αριστερά αυταπάτη ότι «τα πρόσωπα κάνουν τους θεσμούς». Αυτό σημαίνει ότι στο πλαίσιο της δεδομένης πολιτικής μπορούν να υπάρξουν φιλολαϊκά ρήγματα, αρκεί να βρεθούν τα κατάλληλα πρόσωπα στην κατάλληλη θέση.

«Η πρώτη περιφερειακή αρχή της Αττικής θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό αν θα είναι [σ.σ. ο νέος θεσμός] υπαλληλικός σύμφωνα με τον “Καλλικράτη” ή ανατρεπτικός σύμφωνα με την Ελεύθερη Αττική», είπε ο Αλ. Αλαβάνος. Πρόκειται για αναπαλαίωση μιας λαθεμένης πλευράς της θεωρίας του μαρξιστή Ν. Πουλαντζά, ότι εντός του κράτους μπορούν να εξισορροπηθούν οι ταξικοί ανταγωνισμοί, αν καταληφθούν από την Αριστερά καίρια πόστα. Η αλήθεια όμως είναι ότι όσες προσλήψεις κι αν έκανε ένας περιφερειάρχης Αττικής στις υπηρεσίες των δήμων, το πρόβλημα της ανεργίας δεν θα λυνόταν ούτε στο ελάχιστο. Πόσω μάλλον που το σχέδιο Καλλικράτης δεν πρόκειται να πνίξει τις περιφέρειες και τους δήμους στο ρευστό, ώστε αν θέλει κάποιος αιρετός να μπορεί να ασκήσει κοινωνική πολιτική, όπως αφήνει να εννοηθεί η ρητορική του Αλέκου Αλαβάνου. Το αντίθετο, η νέα δομή έρχεται να μετατρέψει τους θεσμούς αυτούς σε σκληρούς φορομπηχτικούς μηχανισμούς που μοιράζουν τη λιτότητα και τη φτώχεια, υλοποιώντας ένα σχέδιο δραστικής συρρίκνωσης κοινωνικών υπηρεσιών και ιδιωτικοποίησής τους.

Επιπλέον, ο συνδυασμός του Αλέκου Αλαβάνου δεν τοποθετείται για την προοπτική της Αριστεράς. Στο καίριο ερώτημα, «μετά το μνημόνιο τι;», η απάντηση δεν μπορεί να είναι «προοδευτικές περιφέρειες». Το πολιτικό σχέδιο του Μετώπου Ανατροπής και Αλληλεγγύης φαίνεται να περιλαμβάνει μόνο τα κεφάλαια που αφορούν τις εκλογές και την εντός μνημονίου και «Καλλικράτη» διαχείριση των πραγμάτων. Λείπει με άλλα λόγια μια στρατηγική πρόταση για το μέλλον των αγώνων και του κινήματος.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 17-10-2010)

Αντι-μνημονιακός αλλά ευρω-εμμονικός

Κατηγορηματικά κατά του αιτήματος για έξοδο από το ευρώ τάχθηκε ο Αλέξης Τσίπρας

Στον αυτόματο πιλότο, παρά τις αναταράξεις και τα κενά αέρος, παραμένει ο Συνασπισμός στην πορεία του προς τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές του Νοεμβρίου. Γενική αντι-μνημονιακή ρητορική, ευρωεμμονές και επίθεση στις συγγενείς αλλά ανταγωνιστικές υποψηφιότητες συνέθεσαν το κάδρο της παρουσίας του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ, κατά την καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε.

«Καμία ανοχή απέναντι στην κυβέρνηση του μνημονίου. Η κοινωνία οφείλει να αντισταθεί, να υπερασπιστεί το δικαίωμά της στη ζωή και στην αξιοπρέπεια», τόνισε χαρακτηριστικά σαν μήνυμα προς την κοινωνία ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο πρόεδρος του Συνασπισμού πρόφερε 23 φορές τη λέξη «μνημόνιο». Ο κεντρικός ρόλος που θα διαδραματίσει άλλωστε το σύνθημα κατά του μνημονίου, αποτυπώνεται και στον τίτλο που επιλέχθηκε να κοσμεί το ψηφοδέλτιο που θα στηρίξει ο Συνασπισμός με επικεφαλής τον Αλέξη Μητρόπουλο: «Αττική συνεργασία – όχι στο μνημόνιο». Γεγονός παραμένει ωστόσο ότι η στενή «αντι-μνημονιακή» γραμμή του Συνασπισμού δοκιμάζεται για την αποτελεσματικότητά της. Πρώτον, επειδή την καταδίκη του μνημονίου προβάλλουν ως πρώτο σύνθημα και οι δύο όμορες αλλά αντίπαλες υποψηφιότητες του Αλ. Αλαβάνου και του Γιάννη Δημαρά, εκτός βέβαια από τα ψηφοδέλτια της Λαϊκής Συσπείρωσης που υποστηρίζεται από το ΚΚΕ και το συνδυασμό που θα στηρίξει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεύτερον, μια ρηχή αντίθεση στο μνημόνιο εγείρει σοβαρό θέμα για το δεύτερο γύρο των εκλογών: Στην πολύ πιθανή περίπτωση τα δύο ψηφοδέλτια του δεύτερου γύρου να υποστηρίζονται από την κυβέρνηση το ένα και τη ΝΔ το άλλο, τότε αυτό το «όχι» οδηγεί στον αντι-μνημονιακό Σαμαρά.

Παρά τον «ανένδοτο» απέναντι στην τρόικα, τα πολιτικά πυρά του Συνασπισμού εξακολουθούν να αποφεύγουν επιμελώς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε ερώτηση του Πριν για τη θέση του κόμματος ως προς το ευρώ και την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, ο Αλέξης Τσίπρας, ευρωπαϊκότερος των ευρωπαϊστών, απάντησε ότι η θέση για έξοδο από το ευρώ υποστηρίζεται «στους ισχυρούς νεοφιλελεύθερους κύκλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης» και σε «ισχυρά λόμπι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού». Ακόμα είπε ότι αυτές είναι «αδιέξοδες λύσεις» και πως οδηγούν στην «αλβανοποίηση της χώρας». Ο αδιάλλακτος φιλοευρωπαϊσμός πάντως, εκτός από ρήξη με δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει και ρήγμα στο εσωτερικό του κόμματος. Υπέρ της εξόδου από την ευρωζώνη τάχθηκε για παράδειγμα στέλεχος του Συνασπισμού σε εκδήλωση Οικονομολόγων την προηγούμενη εβδομάδα, δείχνοντας ότι το συγκεκριμένο αίτημα έχει σοβαρή απήχηση, που έσπευσε να περιορίσει ο Αλ. Τσίπρας.

Συγχρόνως, σοβαρά εμπόδια υψώνονται στην κεντρική επιλογή του Συνασπισμού να προωθήσει τη «συνάντηση της ριζοσπαστικής Αριστεράς με δυνάμεις από το ΠΑΣΟΚ» που διαχωρίζουν τη θέση τους από την κυβερνητική πολιτική. Η στήριξη της υποψηφιότητας του Αλ. Μητρόπουλου στην περιφέρεια Αττικής ως βασικός άξονας αυτής της τακτικής, έγινε με το σκεπτικό ότι μπορεί να θυσιαστεί η …ΡΙΖΑ, θα ανθίσει όμως έπειτα μια ευρύτερη πλειοψηφία. Πράγματι, η επιμονή στο πρόσωπο του εργατολόγου ώθησε στην ντε φάκτο διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, με την αυτόνομη κάθοδο του «μετώπου ανατροπής και αλληλεγγύης» υπό τον Αλέκο Αλαβάνο. Παρόλ’ αυτά, η ταυτόχρονη ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Γ. Δημαρά, διαγραμμένου από το ΠΑΣΟΚ λόγω της άρνησής του να ψηφίσει το μνημόνιο, ναρκοθέτησε το δεύτερο σκέλος του σχεδίου. Άλλωστε, η αυτόνομη κάθοδος της Δημοκρατικής Αριστεράς, με τον Γρ. Ψαριανό στην ίδια περιφέρεια, φιλοδοξεί να αντλήσει ψήφους από την ίδια πολιτική δεξαμενή.

Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα, η ηγεσία του Συνασπισμού αναδιπλώθηκε υιοθετώντας τη γνωστή στην Αριστερά εγωιστική συνταγή: Βολές κατά πάντων συγγενών δυνάμεων και αυτοεπιβεβαίωση. Στη βροχή ερωτημάτων από δημοσιογράφους για τις ευθύνες της πολυδιάσπασης του χώρου, ο Αλέξης Τσίπρας δεν φείσθηκε χαρακτηρισμών: «Προσωπικές επιλογές και μικροκομματικές επιδιώξεις» απέδωσε με νόημα σε όσους δεν ακολούθησαν το βηματισμό του Συνασπισμού. «Ελπίζω όταν φτάσω κι εγώ τα 60, να έχω τουλάχιστον 20 χρόνια που θα έχω αποχωρήσει από τον προεδρικό θώκο», είπε χαρακτηριστικά σε ερώτηση για το ρόλο του Αλ. Αλαβάνου, του Λ. Κύρκου και του Φ. Κουβέλη, για να συμπληρώσει το θυμόσοφο «τα στερνά τιμούν τα πρώτα». Για «στήριξη της σοσιαλδημοκρατίας στη χειρότερη δυνατή στιγμή της» κατηγόρησε τη Δημοκρατική Αριστερά. Ενώ για την υποψηφιότητα Δημαρά σημείωσε πως «όσοι κάνουν τεχνάσματα, παίζουν επικίνδυνο παιχνίδι». Την ίδια στιγμή, ο Αλ. Τσίπρας θύμισε πως εκλέχθηκε με ποσοστά άνω του 70% σε δύο διαδοχικά συνέδρια και υπογράμμισε ότι η αυτοκριτική του είναι «στη διάθεση του κόμματος και της ελληνικής κοινωνίας».

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 19-9-2010)

Για όλα φταιν’ οι άλλοι…

Για τα πρότυπα των εγχειριδίων πολιτικής υποκρισίας είναι γραμμένο το άρθρο του Κώστα Σημίτη στο Έθνος της προηγούμενης Κυριακής, με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα χρόνων από την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Ο πρώην πρωθυπουργός που συνέδεσε το όνομά του με το τρισκατάρατο ευρώ της φτώχειας και της ακρίβειας, αντιλήφθηκε τη συμπλήρωση της δεκαετίας ως ευκαιρία για να επαινέσει το σπίτι του, το σύγχρονο οικοδόμημα της λιτότητας και της ύφεσης, που το ΔΝΤ και η ΕΚΤ εργάστηκαν ώστε να πέσει να μας πλακώσει.

Με άρθρο του στο Έθνος, ο Κώστας Σημίτης ξεπλένει τους εκσυγχρονιστές από όλα τα σκάνδαλα

«Η ΟΝΕ θα διασφάλιζε συνθήκες οικονομικής σταθερότητας και ανάπτυξης σε σχέση με ένα παρελθόν συνεχών κρίσεων», γράφει για να εξηγήσει την αναγκαιότητα της εισαγωγής του ευρώ πριν από οκτώμισι χρόνια. Αδικαιολόγητη λοιπόν η σημερινή δομική κρίση που απειλεί να βυθίσει σε παρατεταμένη ύφεση ολόκληρες οικονομίες, μεταξύ των οποίων και της χώρας μας. Η ΟΝΕ θα μπορούσε να έχει σώσει την κατάσταση αλλά μυστηριωδώς δεν το έκανε. Επίσης, η ΟΝΕ θα μας διασφάλιζε «μια θέση στο σκληρό πυρήνα, όπου θα παίρνονταν όλες οι κρίσιμες αποφάσεις». Τελικά, το εισιτήριο ήταν για θέση στην εξέδρα και μάλιστα στις φτηνές θύρες, χωρίς καλή ορατότητα στο γήπεδο όπου συζητούνται και επιβάλλονται ερήμην του λαού οι πολιτικές και οικονομικές αποφάσεις.

Η ΟΝΕ όμως έφερε σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό και πολλά άλλα ορατά οφέλη: «Σταθερότητα των τιμών». Εδώ ο Κώστας Σημίτης εννοεί τη σταθερή άνοδο των τιμών, που ξεκίνησαν με τις προς τα πάνω στρογγυλοποιήσεις των ισοτιμιών της δραχμής, για να φτάσουν σε πρωτοφανή κερδοσκοπικά όργια στα σούπερ μάρκετ, τα καύσιμα και σχεδόν σε κάθε είδος πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης. Ακόμα, «τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων έπεσαν […] κάνοντας το όνειρο απόκτησης στέγης προσιτό στο μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων». Στην πορεία βέβαια, το όνειρο έγινε εφιάλτης και το καθεστώς ασυδοσίας των τραπεζών μετατράπηκε στο μεγαλύτερο βραχνά για χιλιάδες νοικοκυριά που υπερχρεώθηκαν κάτω από επαχθείς και αδιαφανείς πολλές φορές όρους.

Τι έφταιξε λοιπόν και πήγαν όλα στραβά; «Οι μακρόσυρτες και πολύπλοκες συνεννοήσεις της διακυβερνητικής συνεργασίας», απαντά ο Κ. Σημίτης. Αυτές οι βαρετές γραφειοκρατικές διαδικασίες των κοινοβουλίων και των διακρατικών συζητήσεων επί ίσοις όροις, που ο καθένας μπορεί να διαφωνήσει, αργοπορώντας τις αποφάσεις. Αυτό λοιπόν που χρειαζόμαστε είναι «οικονομική και πολιτική ενοποίηση». Μα, αυτό δεν έχουμε και τώρα; Πολιτική και οικονομική ενοποίηση υπό τις εντολές και υποδείξεις της τρόικας, στην οποία έχουν παραχωρηθεί όλες οι εξουσίες άσκησης οικονομικής πολιτικής χωρίς χρονοτριβές και περιττές γκρίνιες. Αυτά βλέπει ο πρώην πρωθυπουργός και αισθάνεται αισιόδοξος. Διαπιστώνει εμβριθώς «την αποδοχή της ανάγκης για τη σταθεροποίηση από την ελληνική κοινωνία». Βλέπει δηλαδή πόσο ικανοποιημένοι είναι οι έλληνες εργαζόμενοι από τα μέτρα της κυβέρνησης! Και σαν τη βελόνα του πικάπ που ξεχασμένη κολλάει στην ίδια μουσική φράση, καταλήγει ότι «η μόνη ενδεδειγμένη τακτική σήμερα είναι η συνεχής περικοπή κρατικών δαπανών, η εφαρμογή του σταθεροποιητικού προγράμματος».