Σενάρια αλλαγής του τρόπου ανάδειξης δημάρχων και δημοτικών συμβούλων συζητούνται ευρέως το τελευταίο διάστημα. Την τελευταία αφορμή έδωσε δημοσίευμα της εφημερίδας Καθημερινή πριν ένα μήνα, το οποίο έφερε το Μέγαρο Μαξίμου να «έχει καταλήξει» σε απόφαση για αλλαγή του νόμου για τις τοπικές εκλογές, χωρίς ακόμη να έχει αποφασιστεί το «διά ταύτα». Σύμφωνα με το σενάριο αυτό, στις ερχόμενες αυτοδιοικητικές κάλπες θα υπάρχουν δύο ξεχωριστές λίστες για κάθε δήμο και περιφέρεια, μία για τον Δήμαρχο ή Περιφερειάρχη και μία για τους δημοτικούς ή περιφερειακούς συμβούλους. Το εν λόγω δημοσίευμα, μολονότι άναψε τις συζητήσεις, δεν έχει επιβεβαιωθεί ούτε διαψευστεί επισήμως από το υπουργείο Εσωτερικών, δίνοντας την αίσθηση ότι πρόκειται για συζήτηση που έχει προχωρήσει, αλλά η τελική απόφαση βρίσκεται προσώρας στο στάδιο της επεξεργασίας, ώστε να «ζυμωθεί» στους πολιτικούς κύκλους και να μετρηθούν οι αντιδράσεις.
Δύο λίστες, μια με δημάρχους και μία με συμβούλους, η πρόταση που ούτε επιβεβαιώνεται ούτε διαψεύδεται
Το υπόβαθρο της πρότασης είναι να ευνοηθούν οι ισχυρές υπερκομματικές προσωπικότητες που μπορούν να στηριχθούν από κομματικές συμμαχίες, στο πρότυπο της συγκυβέρνησης. Με τον τρόπο αυτό, στελέχη – υποψήφιοι δημοτικοί και περιφερειακοί σύμβουλοι, προερχόμενα από διαφορετικά κόμματα και πολιτικές αντιλήψεις, δεν είναι αναγκασμένα να συνυπάρξουν στο ίδιο ψηφοδέλτιο, αντίθετα έχουν τη δυνατότητα να στηρίξουν το ίδιο κεντρικό πρόσωπο. Σύμφωνα με το σχετικό ρεπορτάζ, η μέθοδος αυτή μπορεί να διασώσει εκλογικά τη δικομματική -πλέον- κυβέρνηση από ένα τοπικό εκλογικό Βατερλό, έναντι των ανερχόμενων αντιπολιτευτικών δυνάμεων (ΣΥΡΙΖΑ, Χρυσή Αυγή) και παράλληλα να γίνει όχημα για ένα άνοιγμα των δυνάμεων της ΝΔ σε ευρύτερες δυνάμεις, όπως είναι το σκεπτικό του πρωθυπουργού.
Στην πραγματικότητα, το συγκεκριμένο σχέδιο θέτει στο παρασκήνιο την έννοια της αυτοδιοικητικής ομάδας και του συλλογικά επεξεργασμένου προεκλογικού προγράμματος ενός συνδυασμού. Το πρότυπο αυτό ξεχωρίζει ένα πρόσωπο, το οποίο όμως μπορεί να κληθεί να διοικήσει απέναντι σε ένα εντελώς εχθρικά διακείμενο Δημοτικό ή Περιφερειακό Συμβούλιο. Αν δεν υπάρχει η έννοια της πλειοψηφίας και της αντιπολίτευσης, τότε βάσει ποιων δεσμεύσεων κρίνονται οι αυτοδιοικητικοί; Για να προβλεφθεί η ακυβερνησία, ο μόνος τρόπος είναι να δοθούν υπερεξουσίες στο Δήμαρχο και να μείνει διακοσμητικός ο ρόλος του συμβουλίου, με αποτέλεσμα να θεσπιστεί ένα περισσότερο αντιδημοκρατικό πλαίσιο, χωρίς λαϊκό και δημοκρατικό έλεγχο.
Μπορεί η κυβέρνηση να μη σχολιάζει επισήμως τίποτα το σχετικό, όμως η συζήτηση άνοιξε. Στο πρόσφατο συνέδριο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας, ο πρόεδρος της Ένωσης και Δήμαρχος Καλλιθέας Κώστας Ασκούνης, ήταν κατηγορηματικός: «Θεωρούμε αδιανόητο να ανοίγεται ένα τέτοιο θέμα τώρα», είπε κοφτά, σημειώνοντας ότι ουδέποτε οι δήμαρχοι έθεσαν τέτοια ζήτημα. Πιο ασαφείς ήταν οι τοποθετήσεις από τους εκπροσώπους των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση, αφού έδειξαν να διαφωνούν περισσότερο με τον τρόπο ανακίνησης του θέματος παρά με την ουσία. Ο γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, είπε ότι τέτοιες αποφάσεις «δεν είναι δυνατό να εμφανίζονται στο δημόσιο λόγο από τον εκάστοτε υπουργό, ως πυροτεχνήματα», αντιθέτως «οποιαδήποτε αλλαγή οργανώνεται για τη βελτίωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, πρέπει να πραγματοποιείται σε επίπεδο αρχής, ύστερα από διάλογο και όχι να αποτελεί ζήτημα τακτικής για την εξυπηρέτηση μικροκομματικών συμφερόντων». Στο ίδιο μήκος κύματος, και ο εκπρόσωπος της ΔΗΜΑΡ, πρώην δήμαρχος Χαλκίδας, Δημήτρης Αναγνωστάκης, είπε ότι «η όποια αλλαγή του εκλογικού συστήματος, δεν μπορεί παρά να είναι προϊόν μιας συλλογικής επεξεργασίας και όχι εργαλείο και μέσο εξυπηρέτησης των όποιων κομματικών σκοπιμοτήτων».
Βάσει ποιων δεσμεύσεων θα κρίνεται η Δημοτική Αρχή αν δεν υπάρχει προεκλογικό πρόγραμμα;
Στον αντίποδα, η αξιωματική αντιπολίτευση, που εκπροσωπήθηκε στο συνέδριο της ΚΕΔΕ από τη Σοφία Σακοράφα, ζήτησε αλλαγή εκλογικού νόμου προς ένα αναλογικό σύστημα: Συγκεκριμένα, πρότεινε «εκλογή των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων με βάση το εκλογικό σύστημα της αναλογικής των υπολοίπων, άμεση εκλογή του Δημάρχου και Περιφερειάρχη σε δεύτερη Κυριακή μεταξύ των επικεφαλής των δύο πρώτων Συνδυασμών, όριο δύο μόνο διαδοχικών θητειών συν μιας για τους Δημάρχους και τους Περιφερειάρχες». Ως προς τα σχέδια για λίστες, η βουλευτής τα χαρακτήρισε «σενάρια αμερικανοποίησης των Δημοτικών Εκλογών, ώστε να μη διαφανεί η καταβαράθρωση της τρικομματικής κυβέρνησης και ενός εταίρου ξεχωριστά», εκτίμησε πως «είναι μάλλον βέβαιο ότι θα το επιχειρήσει αυτή η κυβέρνηση» και ξεκαθάρισε ότι «σαφώς θα βρισκόμαστε μαχητικά απέναντι».
Η πρόταση Στυλιανίδη
Το έναυσμα για τη συζήτηση περί χωριστών ψηφοδελτίων για δημάρχους – περιφερειάρχες και συμβούλους έδωσε ο ίδιος ο υπουργός Εσωτερικών Ευριπίδης Στυλιανίδης, με συνέντευξή του τον Ιανουάριο του 2013 στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα. Τότε, το στέλεχος της ΝΔ μίλησε για πρόταση που θα «εξοβελίσει τον κομματισμό» και θα προωθεί την «κουλτούρα συνεργασίας χωρίς ιδεοληψίες». Ολόκληρη η σχετική απάντησή του:
«Σκέφτομαι σοβαρά να προτείνω στον Πρωθυπουργό και στους αρχηγούς της συγκυβέρνησης κάτι ανατρεπτικό, τολμηρό και πλήρως αντισυμβατικό για να εξοβελίσουμε πλήρως τον κομματισμό από το χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Να θεσπίσουμε χωριστό ψηφοδέλτιο για περιφερειάρχες και δημάρχους, αλλά ενιαίο ψηφοδέλτιο για την εκλογή περιφερειακών και δημοτικών συμβούλων. Μόνο ένα τέτοιο σύστημα θα αναδείξει προσωπικότητες σε όλα τα επίπεδα της τοπικής αυτοδιοίκησης, εδραιώνοντας την αξιοσύνη ως κριτήριο επιλογής, εμπεδώνοντας κουλτούρα συνεργασίας χωρίς ιδεοληψίες και γκρεμίζοντας τα στεγανά του μικροκομματισμού των παρατάξεων και τη διαπλοκή των τοπικών κυκλωμάτων.
Έτσι μόνο θα αναγεννηθεί η αδέσμευτη αυτοδιοίκηση, θα αναδειχτούν οι άξιοι στις τοπικές κοινωνίες, θα απομονωθούν τα άκρα και οι ακρότητες και θα αρχίσει το ξήλωμα ενός εξαντλημένου και ξεπερασμένου παλαιοκομματικού συστήματος».
(Δημοσιεύτηκρε στον Παλμό Γλυφάδας, 29/6/2013)