Ακίνδυνος για ΗΠΑ, χρήσιμος στην ΕΕ λένε για τον ΣΥΡΙΖΑ

DSC_0074Ο οικονομολόγος Γιάννης Βαρουφάκης ασφαλώς δεν έχει καμία οργανωτική σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως οι εκτιμήσεις του πολλές φορές τροφοδοτούν την επιχειρηματολογία του κόμματος. Αυτή τη φορά, μετά το πολύκροτο άρθρο του που έγραψε μαζί με τον συνάδελφό του Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ στην αμερικανική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης «Λίντον Τζόνσον» και στο Πανεπιστήμιο του Τέξας, τα αρχικά χαμόγελα στην Κουμουνδούρου «πάγωσαν». Γιατί μπορεί ο τίτλος που έδωσε η σύνταξη των Νιου Γιορκ Τάιμς στο άρθρο τους στις 23 Ιουνίου να ήταν το αβανταδόρικο «Μόνο η Αριστερά μπορεί να σώσει την Ελλάδα», όμως όπως διευκρίνισε ο Έλληνας οικονομολόγος στην ιστοσελίδα του, οι ίδιοι οι συγγραφείς πρότειναν τον πιο αντιπροσωπευτικό του περιεχομένου τίτλο «Γιατί μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι εναντίον των συμφερόντων των ΗΠΑ ή της Ευρώπης». Όποιος διάβασε το άρθρο κατάλαβε γιατί.

Οι προβεβλημένοι οικονομολόγοι ενημέρωναν το διεθνές αγγλόφωνο κοινό από τη δεύτερη κιόλας παράγραφο του άρθρου τους ότι η ανάρρηση στην εξουσία της αριστερής αντιπολίτευσης «δεν θα ήταν κάτι κακό για την Ευρώπη και τις ΗΠΑ», αντιθέτως «θα έδινε περισσότερη βοήθεια παρά θα έκανε κακό». Για τους δύσπιστους έναντι του ΣΥΡΙΖΑ Αμερικανούς, οι καθηγητές καθησυχάζουν ότι «τίποτε ζωτικό δεν θα αλλάξει για τις ΗΠΑ», αφού «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν σκοπεύει να φύγει από το ΝΑΤΟ ή να κλείσει αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις». Περαιτέρω, οι Βαρουφάκης και Γκάλμπρεϊθ διαβλέπουν ότι «το σημερινό πρόβλημα της Ελλάδας είναι με την Ευρώπη, και ο κ. Τσίπρας δεν θέλει να ξεκινήσει καυγά με την Ουάσινγκτον». Αλλά και με την ΕΕ η προσέγγιση του Τσίπρα είναι εποικοδομητική, αφού «ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι η τελευταία ευκαιρία της Ευρώπης». Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ άλλωστε δεν απαιτεί ευρύτερες ανατροπές, αφού κατά τους δύο καθηγητές, «οι βασικές προϋποθέσεις για μεταρρυθμίσεις μπορούν να εκπληρωθούν εντός των υφιστάμενων Ευρωπαϊκών Συνθηκών».

Δεν θα χαρακτηριστεί ασφαλώς ο ΣΥΡΙΖΑ φιλοαμερικανικός επειδή έτσι βλέπουν ανεξάρτητοι ακαδημαϊκοί ή πολιτικοί παρατηρητές το πρόγραμμά του, ωστόσο το άρθρο των Βαρουφάκη και Γκάλμπρεϊθ σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως στη χώρα μας. Η Αριστερή Πλατφόρμα σχολίασε ότι «άλλα λέει το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα ομόφωνα». Έφερε προς επίρρωση ως παράδειγμα την προς συζήτηση θέση του επικείμενου Συνεδρίου για «απεμπλοκή της χώρας μας από το ΝΑΤΟ και κατάργηση των ξένων στρατιωτικών βάσεων». Από την άλλη μεριά, ο Γιώργος Σταθάκης, με ραδιοφωνική του συνέντευξη στον Αθήνα 9,84 χαρακτήρισε το άρθρο «εξαιρετικό».

Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στην ίδια συνέντευξη προχώρησε σε άλλη μια τολμηρή εκτίμηση, εκφράζοντας ανοιχτά αυτό που πολλοί αναλυτές επισημαίνουν, αλλά λίγα στελέχη παραδέχονται. Ότι η αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ από την κυβέρνηση ανοίγει το δρόμο της επαναπροσέγγισης των δύο χώρων. Ο Γ. Σταθάκης διέβλεψε «αλλαγή του πολιτικού τοπίου σε σχέση με ένα μήνα πριν» και εκτίμησε ότι «ο πολιτικός χάρτης μετατοπίζεται». Σε ερώτηση αν αυτό σημαίνει συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο Γ. Σταθάκης απάντησε χαρακτηριστικά πως «ο ΣΥΡΙΖΑ εκ των πραγμάτων, όσο πλησιάζει η στιγμή στην οποία, λογικά θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες για να βγάλει τη χώρα από την σημερινή πραγματικότητα, προφανώς θα αναπροσαρμόσει και τις πολιτικές του στρατηγικές, ανάλογα με τα νέα δεδομένα όπως έχουν διαμορφωθεί».

Αυτή την εβδομάδα πάντως, η ηγεσία του κόμματος ολοκλήρωσε τη σειρά θεματικών παρουσιάσεων της εναλλακτικής του κυβερνητικής πρότασης, με την εκδήλωση στα Χανιά για τις θέσεις περί αλλαγής του πολιτικού συστήματος. Ο Αλέξης Τσίπρας μαζί με τον πρώην πρόεδρο του Συνασπισμού, Νίκο Κωνσταντόπουλο, παρουσίασαν μια αρκετά μετριοπαθή πλατφόρμα μέτρων εκδημοκρατισμού της πολιτικής ζωής, με κύρια έμφαση την καθιέρωση αναλογικού εκλογικού συστήματος, με κατάργηση του ορίου του 3% για είσοδο στη Βουλή και των βουλευτών Επικρατείας. Ακόμη, πρότεινε δραστικό περιορισμό της βουλευτικής ασυλίας, αλλά και περικοπή (όμως όχι κατάργηση) της κρατικής χρηματοδότησης των κομμάτων. Φλερτάροντας με τα ιδεολογήματα της «ανοιχτής διακυβέρνησης», ο πρώτος από τους 11 προτεινόμενους άξονες είναι «η εισαγωγή και συνταγματική καθιέρωση των θεσμών της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας, της λαϊκής αρνησικυρίας και των δημοψηφισμάτων με πρωτοβουλία των πολιτών» που όμως συμπληρώνεται από τον αμέσως επόμενο, δηλαδή την «αποφασιστική ενδυνάμωση του Κοινοβουλίου ως νομοθετικού και ελεγκτικού θεσμού της εκτελεστικής εξουσίας». Στην αντίληψη της κοινοβουλευτικής προτεραιότητας άλλωστε προσαρμόζει και ο ΣΥΡΙΖΑ τις πρωτοβουλίες του, αφού ως «επίσημο αίτημα» της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας παρουσιάστηκε η πρόταση στη διάσκεψη των προέδρων να μην κλείσει η Βουλή για το καλοκαίρι.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 30/6/2013)

Περιμένοντας το φρούτο να σαπίσει

970724_612421505442802_1148184401_nΌταν θες πολύ να πέσει μια κυβέρνηση, όλη η Βουλή συνωμοτεί να το πετύχεις. Κάπως έτσι, για να θυμηθούμε την περίφημη ρήση του Κοέλιο, θα πρέπει να σκέφτεται το ηγετικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ τις πολιτικές εξελίξεις, καθώς ο Αλέξης Τσίπρας από τη συγκέντρωση στο Σύνταγμα τη Δευτέρα ανήγγειλε με τελεσίδικο ύφος το τέλος της τρικομματικής κυβέρνησης, πριν καν εξέλθουν οι πολιτικοί αρχηγοί από τη μεταξύ τους συνάντηση. «Είτε τα βρείτε, είτε δεν τα βρείτε απόψε, καληνύχτα σας», είπε γλαφυρά στην αρχή της ομιλίας του ο επικεφαλής του κόμματος, συλλαβίζοντας για να περάσει το μήνυμά του: «Τε-λει-ώ-σα-τε»!

Στο πλαίσιο της ρητορικής υπερβολής, σε μια συγκέντρωση που για πολλούς σήμανε την αρχή μιας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου, ο Αλέξης Τσίπρας παρομοίασε την εκδήλωση της Δευτέρας με ιστορικά ορόσημα: Τον Δεκέμβρη του ’44, τα Ιουλιανά, τη Μεταπολίτευση, την «αλλαγή» του Ανδρέα Παπανδρέου. Είναι μάλλον σημειολογικά αξιοσημείωτο από αυτή την άποψη ότι οι διοργανωτές για πρώτη φορά μείωσαν αισθητά τις κόκκινες σημαίες και μοίρασαν πολλές μοβ χρώματος, μαζί με αρκετές ελληνικές γαλανόλευκες σημαίες. Ήταν η οπτικοποίηση του μηνύματος που ήθελε να περάσει στην τηλεοπτική αναμετάδοση ο Αλέξης Τσίπρας ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι «εθνική προτεραιότητα», όπως είπε συγκεκριμένα. Την ίδια στιγμή, η ίδια η διοργάνωση μιας κεντρικής ομιλίας του επικεφαλής, με προεκλογικούς τόνους και σε προσυνεδριακή περίοδο έρχεται να επιβεβαιώσει τις εκτιμήσεις για την ενίσχυση των αρχηγικών στοιχείων στη φυσιογνωμία του «υπό ίδρυση» ΣΥΡΙΖΑ.

Μοβ και γαλανόλευκες σημαίες στην προεκλογικού χαρακτήρα συγκέντρωση της Δευτέρας

Θέση της Κουμουνδούρου είναι ότι το κλείσιμο της ΕΡΤ αποτέλεσε ένα σημείο καμπής για την τρικομματική συνεργασία, καθώς η μονομερής απόφαση του πρωθυπουργού συνάντησε μια ευρεία αποδοκιμασία, που αντανακλάστηκε και στις διαφωνίες Βενιζέλου και Κουβέλη. «Όλοι ενώνουν τη φωνή τους ενάντια στο σκοτάδι», είπε χαρακτηριστικά ο Αλέξης Τσίπρας, για να σημειώσει ότι μόνος αρωγός του Σαμαρά στην τελευταία αυτή κίνηση, προσέτρεξε η Χρυσή Αυγή. Η ενδοκυβερνητική κρίση που πυροδοτήθηκε με αφορμή και αιτία την ΕΡΤ μάλλον υπερεκτιμήθηκε όμως από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που αναμένει ότι η πτώση της κυβέρνησης και η αλλαγή στο κυβερνητικό τιμόνι θα προέλθει από εσωτερικές τριβές και τη φθορά του χρόνου, σε μια νέα έκδοση της τακτικής του «ώριμου φρούτου». Οι εξελίξεις διαψεύδουν βέβαια αυτή την εκτίμηση, καθώς το ενδεχόμενο των εκλογών, αν ποτέ ήταν κοντά, απομακρύνεται.

Σε επίπεδο θέσεων, οι εξαγγελίες Τσίπρα από το βήμα της πλατείας Συντάγματος ήταν αρκετά προωθημένες σε σχέση με κάθε άλλη φορά, προσδίδοντας έντονο άρωμα «παροχολογίας». Στο «νέο συμβόλαιο εμπιστοσύνης» που διακήρυξε, το πιο αδύνατο σημείο της τακτικής του κόμματος, η απροθυμία του δηλαδή να προχωρήσει ως κυβέρνηση σε μονομερείς αποφάσεις έναντι των δανειστών της χώρας, καλύφθηκε με ένα λεκτικό ελιγμό, που επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις: «Με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, πρώτα θα πληρώνονται οι συντάξεις και οι μισθοί και μετά θα ξεπληρώνουμε τους τόκους, τα πανωτόκια και τους τοκογλύφους», είπε ο Αλέξης Τσίπρας, αποφεύγοντας να χρησιμοποιήσει την πολιτικά ευαίσθητη ορολογία της «στάσης πληρωμών για το δημόσιο χρέος». Την ίδια στιγμή όμως, επανέφερε τη θέση για τη «νέα σεισάχθεια», τη διαγραφή των ιδιωτικών χρεών δηλαδή, για όσους διαβιούν κάτω από το όριο της φτώχειας και την κατάργηση των χαρατσιών μόνο «για οικογένειες χωρίς εισόδημα». Εξήγγειλε ακόμα τη δημιουργία ενός «νέου κράτους», περιγράφοντάς το ως «δημοκρατικό, διαφανές, ανοιχτό, στην υπηρεσία των εργαζομένων, του λαού και της χώρας». Τα κατά ΣΥΡΙΖΑ βήματα της παραγωγικής ανασυγκρότησης είναι η στροφή στο λεγόμενο «κοινωνικό τομέα» της οικονομίας και η επαναφορά του κατώτατου μισθού. Τέλος, ανήγγειλε ότι την Πέμπτη από την Καβάλα θα παρουσιάσει τις θέσεις του κόμματος για την καταπολέμηση της ανεργίας.

Η εκλογική ετοιμότητα στην οποία φαίνεται να μπαίνει η Κουμουνδούρου δεν μειώνει βέβαια την εσωκομματική δραστηριότητα. Το Σάββατο πραγματοποίησε σύσκεψη η Αριστερή Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ, με εισηγητή τον Αντώνη Νταβανέλλο και ομιλητή μεταξύ άλλων τον Παναγιώτη Λαφαζάνη. Από τα συμπεράσματα της σύσκεψης είναι ότι η εσωτερική αντιπολίτευση εμμένει ενόψει Συνεδρίου στην άποψη για «δεύτερο κύμα ριζοσπαστικοποίησης» κάτι το οποίο εκφράζεται με τις εξής βασικές θέσεις: Διαγραφή δημόσιου χρέους και ακύρωση δανειακών συμβάσεων, ανατροπή ευρωζώνης και ΕΕ, συμπαράταξη των αριστερών δυνάμεων (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ) στην επιδίωξη για την κυβέρνηση της Αριστεράς.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 19/6/2013)

Θέσεις και αντι-θέσεις ενόψει Συνεδρίου ΣΥΡΙΖΑ

12757768.limghandlerΠάλης ξεκίνημα για τις πολιτικές αποφάσεις του «ιδρυτικού» Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ σήμανε η δημοσιοποίηση των θέσεων και των προτεινόμενων τροποποιήσεων. Εκτός από την ηγεσία, που έχει βάλει τη σφραγίδα της στη διαμόρφωση της πολιτικής και οργανωτικής μορφής του κόμματος με την καθημερινή της δραστηριότητα τους μήνες μετά τις εκλογές, όλα τα ρεύματα απόψεων εντός του ΣΥΡΙΖΑ τοποθετήθηκαν ανοιχτά, ενόψει των συνεδριακών διαδικασιών που θα είναι και οι αποφασιστικές.

Στις τροπολογίες κρίνεται η πολιτική φυσιογνωμία του νέου φορέα

Η αντιπαράθεση αφορά τα λιγότερο ή περισσότερο γνωστά πεδία από το προηγούμενο διάστημα ως προς το πολιτικό σκέλος της συζήτησης: Πολιτικές πρωτοβουλίες ως προς το χρέος και τη διαπραγμάτευση με την τρόικα, στάση έναντι του ευρωπαϊκού προσανατολισμού και του ευρώ, πολιτικές συμμαχίες. Φυσικά συζητείται και η οργανωτική φυσιογνωμία με την κατάρτιση του καταστατικού. Χαρακτηριστική της αντιπαράθεσης είναι η τοποθέτηση της Αριστερής Πλατφόρμας που κάνει λόγο για ανάγκη ενός «δεύτερου κύματος ριζοσπαστικοποίησης, πολιτικής, προγραμματικής, κινηματικής και ιδεολογικής» και δηλώνει πως είναι ξένος για το ΣΥΡΙΖΑ «ο συμβιβασμός και οι γέφυρες με τις δυνάμεις του συστήματος για να κερδίσουμε την ανοχή ή τη συναίνεσή τους». Η Αριστερή Πλατφόρμα διαπιστώνει την αποστασιοποίηση του κόμματος από τις κινηματικές διεργασίες και επισημαίνει ότι «ο ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ρόλος κυανόκρανου παρατηρητή ή έξωθεν σχολιαστή των κοινωνικών αντιδράσεων και κοινωνικών αγώνων».

Ως προς τα ευρωπαϊκά και το κοινό νόμισμα γίνεται και η μεγαλύτερη συζήτηση. «Πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι δεν θα υποκύψουμε σε εκβιασμούς και τελεσίγραφα που θα ακυρώνουν την εξαγγελθείσα πολιτική μας και τις προσδοκίες του ελληνικού λαού», αναφέρει κάπως αόριστα η σχετική τροπολογία που κατέθεσε ο Νέος Αγωνιστής και το Δίκτυο Αριστερών Σοσιαλιστών. «Η ΕΕ αποδείχθηκε θεσμός ισχυροποίησης των ισχυρών σε βάρος των ασθενέστερων», διαπιστώνει με δική της προσθήκη η Μαρία Φραγκιαδάκη. Η νέα «Κομμουνιστική Τάση» στον ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι ενδεχόμενη έξοδος από το ευρώ «πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού θα έχει ολέθρια αποτελέσματα για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα», την ίδια στιγμή που διαπιστώνει «συντηρητική μετατόπιση της ηγεσίας».

Πιο ολοκληρωμένα, η τροπολογία της Αριστερής Πλατφόρμας υπογραμμίζει την ανάγκη «για ένα όχι μέχρι το τέλος στην τρόικα, τα μνημόνια και τους εκβιασμούς», υπογραμμίζει ότι «τόσο η ευρωζώνη όσο και η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζονται ούτε επαναθεμελιώνονται αλλά μόνο ανατρέπονται» και σημειώνει ότι ενδεχόμενη κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να προετοιμαστεί για την «αναπόφευκτη σύγκρουση με την ευρωζώνη του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού, περιλαμβανομένης, αν χρειαστεί, και της εξόδου από την ευρωζώνη». Όπως συμπληρώνει, «η θέση καμιά θυσία για το ευρώ δεν είναι επαρκής και πρέπει να συμπληρωθεί».

Διαφωνία εντοπίζεται όμως και στο κεντρικό ζήτημα των προγραμματικών στόχων του κόμματος. Οι θέσεις της πλειοψηφίας απαριθμούν ως δεσμεύσεις: Πρώτον, να δημιουργήσει «ασπίδα κοινωνικής προστασίας που θα αποσοβήσει την ανθρωπιστική καταστροφή», δεύτερον, να ακυρώσει «τα μνημόνια και τους εφαρμοστικούς τους νόμους στη Βουλή όπου ψηφίστηκαν», τρίτον, «να επαναδιαπραγματευτούμε τις δανειακές συμβάσεις και να ακυρώσουμε τους επαχθείς όρους τους με βασικό δεδομένο ότι το ζήτημα του δημοσίου χρέους συνιστά πανευρωπαϊκό και όχι στενά ελληνικό πρόβλημα». Οι «δεσμεύσεις» συμπληρώνονται από το τέταρτο σημείο, «να επιτύχουμε μια αποτελεσματική και κοινωνικά δίκαιη αντιμετώπιση των ελλειμμάτων». Στον αντίποδα, η Αριστερή Πλατφόρμα κατέθεσε μεταξύ άλλων τους εξής πέντε προγραμματικούς στόχους: Διαγραφή του ελληνικού κρατικού χρέους, ακύρωση – κατάργηση των δανειακών συμβάσεων, εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση των τραπεζών, τέλος στις ιδιωτικοποιήσεις και εργατικό και κοινωνικό έλεγχο στην παραγωγή και το κράτος.

Παρεμφερείς αναζητήσεις έχει και η ΑΝΑΣΑ (ΑΚΟΑ, ΡΟΖΑ, Οικοσοσιαλιστές και τμήμα του Κόκκινου) που ως προγραμματικές αιχμές προκρίνει την «άμεση ακύρωση των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων, καταγγελία των δανειακών συμβάσεων», την «αναστολή πληρωμών στους τόκους του δημόσιου χρέους, διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του» και την «εθνικοποίηση των τραπεζών». Σύνεδροι, τέλος, που πρόσκεινται στην ΚΟΕ, κατέθεσαν ένα κείμενο συμβολής όπου χωρίς αιχμές πάνω στα υπό συζήτηση θέματα, τονίζεται η πρόταση για μια «νέα, λαϊκή, δημοκρατική και ριζοσπαστική μεταπολίτευση», συστήνεται η «συγκεκριμένη συνεργασία-συμμαχία και ενεργητική πολιτική του Νότου ενάντια στην γερμανική Ευρώπη» και υπογραμμίζεται η θέση για μια «αριστερή κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας».

Τέλος, ξεχωρίζει η πρόταση της Αριστερής Πλατφόρμας για ένα «αριστερό πολιτικοκοινωνικό μέτωπο», όπου προτείνεται «μια συνεργασία και συμπόρευση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς, κατά πρώτο λόγο του ΣΥΡΙΖΑ με το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ» αλλά και «με άλλες δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και της ριζοσπαστικής αντισυστημικής οικολογίας».

 (Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 2/6/2103)

ΣΥΡΙΖΑ: Από την ανανέωση στην αναπαλαίωση

N-pI4OjESSyW5OL7AnenxQΗ διαφωνία για το μέλλον και την ύπαρξη των συνιστωσών αποκαλύπτει το εύρος της πολιτικής και προγραμματικής μετάλλαξης που επιχειρεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, ενόψει της ανάληψης διακυβέρνησης. Αναμένοντας το χρίσμα του «πρωθυπουργήσιμου», ο Αλέξης Τσίπρας κολακεύει κοινωνικές ομάδες με επιρροή, ελλείψει όμως της παρέμβασης του λαϊκού κινήματος, απομακρύνεται τόσο η προοπτική της εξουσίας όσο και μια αριστερή στροφή. 

Το οργανωτικό είναι πολιτικό

Μείζονα αλλαγή φυσιογνωμίας για τον ΣΥΡΙΖΑ μεθοδεύει ο Συνασπισμός μέσω της διάχυσής του στο συμμαχικό σχήμα, με παράλληλη διάλυση των συνιστωσών και μετατροπή τους σε άτυπα ρεύματα ή τάσεις. Κι αυτό γιατί ανατρέπεται άρδην η πολυφωνική, πολυτασική ισορροπία που ίσχυε μέχρι σήμερα και εξασφάλιζε μεν πολιτική ηγεμονία στη μεγαλύτερη συνιστώσα, ωστόσο άφηνε πολιτικό χώρο και στις μικρότερες οργανώσεις. Το πόσο πολιτικές είναι οργανωτικές αλλαγές που δρομολογούνται φαίνεται από την ίδια την ιστορία του σχήματος:

Στις βουλευτικές εκλογές του 2004, με αρχηγό τον Νίκο Κωνσταντόπουλο, όταν μορφοποιήθηκε για πρώτη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ, οι έξι βουλευτές του κόμματος προέρχονταν αποκλειστικά από τον Συνασπισμό, παρόλο που υπήρχε συμφωνία για αντιπροσωπευτική συμμετοχή. Αυτή ήταν και η πρώτη «βόμβα» στα θεμέλια του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η καχυποψία για τα συμμαχικά ήθη του ΣΥΝ έφτασε στο σημείο ο ΣΥΡΙΖΑ να …εξαφανιστεί από τον πολιτικό χάρτη στις ευρωεκλογές που ακολούθησαν τρεις μήνες μετά, όταν κατέβηκε αυτόνομα ο Συνασπισμός (συγκεντρώνοντας τελικά 4%). Η επανενεργοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, με τον Αλέκο Αλαβάνο στο τιμόνι του Συνασπισμού, έφερε 5,04% στις βουλευτικές εκλογές του 2007 (έναντι 3,26% το 2004) όμως βασίστηκε σε άλλες αρχές: Κατ’ αρχάς σε πολιτικό επίπεδο πραγματοποιήθηκε σαφής αριστερή στροφή, που εσωκομματικά εκφράστηκε από την πλειοψηφία του Αριστερού Ρεύματος στο κόμμα. Πλευρά της στροφής αυτής σε οργανωτικό επίπεδο ήταν θερμότερη επαφή και συνεργασία με τις μικρές αριστερές δυνάμεις. Οι συνιστώσες απέκτησαν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση με την εγγύηση του Συνασπισμού, αφού στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας τοποθετήθηκε ο ιστορικός ηγέτης της ΑΚΟΑ, Γιάννης Μπανιάς, και στις περιφέρειες Α’ Πειραιά και Α’ Αθήνας, έγινε στοχευμένη σταυροδοσία για την ανάδειξη συμμάχων (Δρίτσας και Κοροβέσης αντίστοιχα).

Ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ της πολυφωνίας και των συνιστωσών που έφτασε τον Ιούνιο του 2102 στο 26,89%. Ακόμη κι αν αριθμητικά η στήριξη των μελών, των φίλων και των οπαδών που έχουν οι μικρότερες συνιστώσες δεν μετρά όσο αυτή του Συνασπισμού, οι 1.655.086 ψήφοι του Ιουνίου, όπως και τα παλιότερα μικρότερα ποσοστά της συμμαχίας, οφείλονταν μεταξύ άλλων και στον ενωτικό, μετωπικό χαρακτήρα που προσέδιδε στο σχήμα η συμμαχική του μορφή. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που διατυπώνουν την εκτίμηση ότι αν ήταν δυσανάλογη η προσφορά των συνιστωσών σε σχέση με το μέγεθός τους, ομοίως δυσανάλογη στην επίπτωσή της θα είναι και τυχόν αποχώρησή τους. Μετά την τελευταία συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, το ενδεχόμενο φυγόκεντρων δυνάμεων είναι πλέον ανοιχτό, αφού διαπιστώθηκε διάσταση απόψεων που παραπέμφθηκε προς λύση στο ερχόμενο Συνέδριο του Ιουλίου.

Στον ΣΥΡΙΖΑ αναβιώνει ο αρχηγισμός και η δημοκρατία της επιβολής των μηχανισμών

 Ανανέωση ήταν η λέξη σφραγίδα που χαρακτήρισε το ιστορικό ιδεολογικό ρεύμα που σήμερα εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Κάποτε η «ανανέωση» χρησιμοποιούταν απέναντι στο λεγόμενο «δόγμα», όπως χλευαστικά χαρακτηριζόταν το ΚΚΕ. Πιο βαθιά, το εγχείρημα της ανανεωτικής Αριστεράς κατευθυνόταν σε έναν τρίτο δρόμο, σε διάκριση με το τριτοδιεθνιστικό μοντέλο από τη μία μεριά και τη σοσιαλδημοκρατία από την άλλη, με πίστη στον ειρηνικό δρόμο των σταδιακών μεταρρυθμίσεων προς το σοσιαλισμό και ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Αν πάντως ευοδωθούν τα σχέδια της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ στην προοπτική δημιουργίας ενός νέου φορέα ή όπως γλαφυρά το έθεσε εκ νέου αυτή την εβδομάδα ο Γιάννης Μπαλάφας, μιας «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης της Αριστεράς», τότε δεν θα μιλάμε για ανανέωση της Αριστεράς, αλλά για «αναπαλαίωση» ενός δοκιμασμένου μοντέλου: Αυτού που βασίζεται στον αρχηγισμό αστικού τύπου και στη δημοκρατία της εσωκομματικής επιβολής των μηχανισμών, τουλάχιστον για το οργανωτικό κομμάτι.

Την αρχή έκανε ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό του κόμματος, δύο εβδομάδες σχεδόν πριν αρχίσει η κρίσιμη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ. Φυσικό ήταν μετά από την πρότασή του για αυτοδιάλυση των συνιστωσών, με πρώτο τον Συνασπισμό, και κατάργηση του συστήματος της λίστας για την εκλογή των οργάνων, να μονοπωλήσει τη συζήτηση η προοπτική της βίαιης μεταμόρφωσης του ΣΥΡΙΖΑ. Την καθαρότερη αντίρρηση στο σχέδιο αυτό προέβαλλε η ΔΕΑ εντός της συνεδρίασης: «Δεν πρόκειται να αυτοδιαλυθούμε, η ΔΕΑ δεν θα πειθαρχήσει σε μια τέτοια απόφαση», είπε μιλώντας στο Πριν, στο στέλεχος της οργάνωσης, Αντώνης Νταβανέλλος. «Θα πρέπει να μας πετάξουν έξω για να φύγουμε», σημείωσε, τονίζοντας ότι «οι στρατηγικές διαφορές των συνιστωσών δεν έχουν εξαφανιστεί» για να καταργηθούν οι οργανώσεις. Αυτό το Σαββατοκύριακο άλλωστε, η ΔΕΑ πραγματοποιεί έκτακτη Συνδιάσκεψη για τον καθορισμό της στάσης της στο εξής.

Ενόψει της συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής του Σαββατοκύριακου, σε μια κοινή σκληρή δήλωση προέβησαν οι εκπρόσωποι των συνιστωσών ΕΔΗΚ, Ενεργοί Πολίτες, ΚΕΔΑ, ΔΗΚΚΙ και Ριζοσπαστική Οικολογική Αριστερά: «Προωθεί ιδέες και θέσεις που πλήττουν ανεπανόρθωτα την συνοχή του ενωτικού εγχειρήματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά και πλήττουν καίρια την ίδια τη δημοκρατία και την πλουραλιστική έκφραση στα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ», έγραψαν για τον Αλέξη Τσίπρα, ενώ προειδοποίησαν ότι «η παραβίαση των δημοκρατικών αρχών ποτέ δεν συνδυάστηκε με αριστερή πολιτική διέξοδο στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά στρώματα», αντιθέτως «μια τέτοια πορεία μάλλον προς δεξιά διαχείριση θα κατευθυνθεί και όχι προς αριστερή και μάλιστα ριζοσπαστική».

Το Αριστερό Ρεύμα στον Συνασπισμό, αν και αποφεύγοντας οξείς τόνους, με σαφήνεια κάλυψε πολιτικά το διάβημα των συνιστωσών. «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να γίνει ένα κόμμα σαν όλα τα άλλα, ούτε αρχηγικό, ούτε μονολιθικό», είπε χωρίς περιστροφές ο Παναγιώτης Λαφαζάνης στην Κεντρική Επιτροπή, καυτηριάζοντας την επιλογή της ηγεσίας να κυνηγά έναν «υποτιθέμενο εσωκομματικό αντίπαλο στις συνιστώσες, τις λίστες ή τις τάσεις». Με άρθρο του στην Αυγή της προηγούμενης Κυριακής, σαφής ήταν και ο Δημήτρης Στρατούλης: «Η μεγάλη πολιτική τομή, η οποία έγινε από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον οδήγησε σε εκτίναξη των εκλογικών ποσοστών του, ήταν και είναι η πρότασή του για κυβέρνηση των συμπαραταγμένων δυνάμεων της Αριστεράς», έγραψε, υπογραμμίζοντας: «Σε αυτή την ενωτική πολιτική πρέπει να επιμείνουμε χωρίς ταλαντεύσεις».

Στον αντίποδα αυτής της προσέγγισης βρίσκεται η ΚΟΕ. Σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη που παραχώρησε το ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης, Ρούντι Ρινάλντι, στο ραδιοφωνικό Σκάι, χαρακτήρισε «αναγκαία» τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ, τόνισε ότι «η υπαρκτή πολυφωνία πρέπει να γίνει πιο συνεκτικός πολιτικός λόγος» και εξήγησε ως επικεφαλής της Επιτροπής που επεξεργάζεται το νέο καταστατικό ότι «προσπαθούμε να βρούμε τρόπο … με όλες εκείνες τις μεταβατικές διατάξεις που θα μπορούσαν να αφομοιώσουν τις διαφορετικές καταστάσεις που υπάρχουν στον ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τώρα στην πορεία προς ένα ενιαίο κόμμα».

Σε στάση αναμονής πάντως βρίσκεται ο ίδιος ο Συνασπισμός, μετρώντας τις αντιδράσεις και επιφυλασσόμενος για τη συνέχεια. Οι άνθρωποι της Κουμουνδούρου παραπέμπουν τώρα στις ψηφοφορίες που θα γίνουν στο Συνέδριο για τη λύση των επίμαχων θεμάτων, ωστόσο με δεδομένη την οργανωτική υπεροπλία του Συνασπισμού αλλά και το δυσανάλογο πολιτικό βάρος που έχει αποκτήσει η ηγεσία του κόμματος, το θέμα είναι πόσο μακριά προτίθεται να τραβήξει τη σύγκρουση με τους «μικρούς». «Έχει πολλές πτυχές και επίπεδα η άρνηση των συνιστωσών», εκτίμησε μιλώντας στο Πριν, ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος, Πάνος Σκουρλέτης, αφήνοντας ένα «παράθυρο» από τώρα ότι δεν θα οδηγηθεί η σύγκρουση στα άκρα, τουλάχιστον «αν αποδέχεται κανείς ότι πολιτικό κέντρο είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και τα όργανά του». Έκανε λόγο για «περίοδο προσαρμογής λίγων μηνών, το πολύ μέχρι το τέλος του χρόνου», για να ωριμάσουν και να γίνουν πράξη οι συνεδριακές αποφάσεις. «Ο ΣΥΡΙΖΑ απέκτησε τα δικά του στρατηγικά και ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά», σημείωσε, αναγνωρίζοντας ότι «η προσπάθεια του Συνασπισμού συνεχίζεται μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ».

Έχοντας στέρεη πεποίθηση ότι θα ελέγχει πλήρως το εσωκομματικό πεδίο στη μετά ΣΥΝ εποχή, η Κουμουνδούρου προχωρά την Κυριακή 16 Ιουνίου στη διεξαγωγή του Διαρκούς Συνεδρίου με μόνο θέμα ημερήσιας διάταξης την αυτοδιάλυση του κόμματος. Η πλειοψηφία της Πολιτικής Γραμματείας εκτίμησε σε συνεδρίασή της ότι ο ιστορικός κύκλος του ΣΥΝ έκλεισε, επομένως η αυτοδιάλυση της ισχυρής συνιστώσας θα δώσει το παράδειγμα και στους υπόλοιπους για να θέσουν σε στέρεες βάσεις το νέο κοινό εγχείρημα. «Υπάρχουν ακόμη εκκρεμότητες, το κόμμα δεν είναι έτοιμο για τόσο βιαστικές κινήσεις», υποστήριξαν τα μέλη του Αριστερού Ρεύματος, που πρότειναν τη μετάθεση του Διαρκούς Συνεδρίου μετά από τις διαδικασίες του ΣΥΡΙΖΑ, για να μην εκληφθεί η κίνηση του Συνασπισμού ως εκβιαστική προς τους υπόλοιπους συμμάχους.

Η ενοποίηση όμως που προτείνει ή επιθυμεί να επιβάλει ο Συνασπισμός φτάνει και σε βαθύτερο επίπεδο, αφού διά στόματος Αλέξη Τσίπρα, προτάθηκε η κατάργηση του συστήματος της λίστας, δηλαδή των χωριστών ψηφοδελτίων ανά ρεύμα ή τάση για την εκλογή προσώπων στα όργανα του κόμματος. Και αυτό το μέτρο προτείνεται στο όνομα της ενιαίας εκφώνησης και του περιορισμού της πολυφωνίας. Με άλλα λόγια, στόχος είναι το στρίμωγμα των διαφωνούντων. Όπως ανέλυσε με άρθρο του στο rproject.gr ο Δημήτρης Μπελαντής, «η λίστα δεν είναι τίποτε άλλο από τη θεσμική εγγύηση των μελών του κόμματος να συγκροτούν διακριτά ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα και τάσεις και να ζητούν την αναλογική τους εκπροσώπηση στα σώματα και στα όργανα». Ο νομικός μάλιστα θύμισε ότι «αυτό συνέβαινε και σε αμιγώς ιδεολογικά ενοποιημένα κόμματα (όπως οι Μπολσεβίκοι ως το 1921) και δεν υπάρχει κανείς λόγος να πάψει να υπάρχει σε ένα κόμμα πρωτίστως πολιτικής και δευτερευόντως ιδεολογικής ενότητας, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ».

Η ύπαρξη λίστας στην εκλογή των οργάνων ασφαλώς στοιχίζει τους συνέδρους πίσω από οργανωμένες απόψεις, παρόλο που στο τελευταίο συνέδριο του Συνασπισμού, μετά από πρόταση του Αριστερού Ρεύματος, υιοθετήθηκε η δυνατότητα σταυροδοσίας υποψηφίων και από άλλες λίστες. Στην πραγματικότητα, η διαμάχη γίνεται για να περιοριστεί η ισχύς της διαφωνούσας άποψης. Όπως το έθεσε γλαφυρά με άρθρο της στο iskra.gr η Σόφη Παπαδόγιαννη, η διαφωνούσα άποψη τελικώς δεν θα διατυπώνεται ποτέ, διότι «θα γνωρίζει εκ των προτέρων ότι την αναμένει η αδυναμία επιβίωσης και η πολιτική διοικητική εξόντωση της ίδιας και όσων την ασπάζονται από την εκάστοτε πλειοψηφία». Στο επίκεντρο της μεθόδευσης για την κατάργηση του θεσμού της λίστας βρίσκεται ασφαλώς το Αριστερό Ρεύμα και η εξ αυτού προερχόμενη σήμερα εσωκομματική αντιπολίτευση.

 Η συνταγή του Ανδρέα

Για «ατζέντα Κεδίκογλου» στον ΣΥΡΙΖΑ μιλούν εργατικά στελέχη

Με ένα προκλητικό πρωτοσέλιδο τίτλο κυκλοφόρησε την Κυριακή 12 Μαΐου η εφημερίδα Το Παρόν: «Γίνε Ανδρέας λένε στον Τσίπρα» είχε στην πρώτη της σελίδα το φύλλο, με το εσωτερικό ρεπορτάζ να αναφέρει ότι πληθαίνουν οι φωνές εντός ΣΥΡΙΖΑ που ζητούν να επαναλάβει ο Αλέξης Τσίπρας την τακτική του Παπανδρέου το 1977, όταν εκκαθάρισε την αριστερή αντιπολίτευση του νεοσύστατου ακόμα ΠΑΣΟΚ, δείχνοντας την πόρτα της εξόδου σε ιστορικά στελέχη του ΠΑΚ, μεταξύ άλλων στους Σάκη Καράγιωργα και Νίκο Κωνσταντόπουλο. «Η πολυφωνία, οι απόψεις που κινούνται από τη μια άκρη στην άλλη θολώνοντας την εικόνα, η έλλειψη ενιαίας γραμμής φέρνουν ως αποτέλεσμα τη σύγχυση και την ανασφάλεια, την έλλειψη σιγουριάς και εμπιστοσύνης», σημειώνει ο (ανώνυμος) αρθρογράφος, υποδεικνύοντας την οδό της σκληρής στάσης.

Η πραγματικότητα όμως λέει ότι ακριβώς αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ, της πολυφωνίας, των αντιμαχόμενων τάσεων και των δημόσιων διαφωνιών αντί να σπείρει τη σύγχυση όπως εκτιμούν κάποιοι, έφερε πρωτοφανή συσπείρωση, εκτινάσσοντας το ποσοστό του συνδυασμού στις διπλές εκλογές του 2012. Με μια λακωνική αλλά καίρια δήλωσή του, το ιστορικό στέλεχος του χώρου, Μανώλης Γλέζος, έθεσε το ζήτημα παραστατικά: «Όποιος επιχειρεί να αλλοιώσει το πολιτικό σχήμα που κέρδισε την εμπιστοσύνη του λαού στις εκλογές, ενταφιάζει ό,τι δημιουργήσαμε». Κι όμως, δικαιολογώντας ο Αλέξης Τσίπρας τις πρωτοβουλίες του Συνασπισμού, τις απέδωσε ακριβώς στη «λαϊκή εντολή» που πήρε το κόμμα στις εκλογές!

Η αλήθεια είναι ότι την εσωκομματική ατζέντα της ενιαιοποίησης και της συγκεντρωτικής ηγεσίας επέβαλλαν τα μέσα ενημέρωσης αλλά και ένα συντηρητικό στρώμα ψηφοφόρων που θέλουν από τον ΣΥΡΙΖΑ να αντιγράψει τα αστικά πρότυπα πολιτικής εκπροσώπησης. Το έγραψε πολύ εύστοχα ο Γιώργος Παπανικολάου, μέλος της ΚΠΕ και αντιπρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Κυκλάδων: «Το πώς θα απαντηθούν τα ερωτήματα που καθημερινά μπαίνουν από το σύστημα προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτά έγιναν οι προτεραιότητές μας», για να ζητήσει καταλήγοντας «συνέδριο με ατζέντα που βάζει ο λαός λοιπόν και όχι με ατζέντα Κεδίκογλου».

Αυτό το σημείο καμπής περιέγραψε με άρθρο του στο enikos.gr και ο Στάθης: Όταν ένα αριστερό κόμμα, γράφει, εκτιμήσει ότι έχει φτάσει στο όριο του παραδοσιακού του ακροατηρίου, «για να πείσει το υπόλοιπον, κεντρώους, δεξιούς ή ό,τι άλλο, θα πρέπει πλέον να στρογγυλέψει τα πράγματα, να τους μιλήσει τη γλώσσα τους ώστε να τους κερδίσει». Εκεί λοιπόν έρχεται στιγμή όπου «τα αριστερά ριζοσπαστικά κόμματα χάνουν το παιγνίδι. Και μετά τον εαυτόν τους»…

 

Προγραμματική αναδίπλωση

Ου γαρ έρχεται μόνη η οργανωτική μετάλλαξη. Το σχέδιο για τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι πρωτίστως πολιτικό και προγραμματικό, γεγονός που αντανακλάται διαρκώς στις παρεμβάσεις της ηγεσίας. Μετά τον ΣΕΒ, η εκστρατεία κολακείας της αστικής τάξης και των δυναμικών τμημάτων της που ο Αλέξης Τσίπρας εκτιμά ότι μπορεί να του χαρίσουν πόντους στην κούρσα του προς το Μέγαρο Μαξίμου, ήρθε η ΓΣΕΒΕΕ την Τρίτη. Στους μικρούς επιχειρηματίες και βιοτέχνες, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έταξε χάρισμα χρεών: «Προτείνουμε η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών να συνοδευτεί με ένα νέο πρόγραμμα μερικής διαγραφής δανείων και σε νοικοκυριά αλλά και σε επιχειρήσεις, γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος προκειμένου να τονωθεί η αγορά», είπε χαρακτηριστικά. Και κηρύσσοντας εκ νέου την ταξική συμφιλίωση σαν αντίδοτο, τόνισε ότι το κόμμα του στηρίζει τη «συμμαχία της μισθωτής εργασίας με τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, διότι αυτή η συμμαχία είναι που μπορεί να μας βγάλει από την κρίση».

Δεν φάνηκε όμως το ίδιο γαλαντόμος με τους συνταξιούχους. Μια ημέρα νωρίτερα, σε κομματική συγκέντρωση στο Γκάζι για τους απόμαχους της δουλειάς, τους είπε κατά πρόσωπο ότι η κυβέρνησή του αποκλείεται να αποκαταστήσει τις συντάξεις τους στο ύψος τους προ των βάρβαρων μνημονιακών περικοπών. Συγκεκριμένα, μίλησε για «φρένο στις μειώσεις των συντάξεων, κύριων και επικουρικών», δεσμεύτηκε δηλαδή ότι απλώς δεν θα πάνε παρακάτω, ενώ εξήγγειλε τη «σταδιακή αποκατάστασή τους με βάση τους ρυθμούς ανάκαμψης της οικονομίας ξεκινώντας πρώτα απ’ όλα από τους χαμηλοσυνταξιούχους». Πρώτα δηλαδή θα ανέβει το ΑΕΠ (ζήσε Μάη μου…) και μετά θα αποκατασταθούν οι απολαβές των συνταξιούχων και μάλιστα σταδιακά και όχι …απότομα.

Το μόνο μέτωπο που έχει ανοίξει ο ΣΥΡΙΖΑ και οδηγείται σε μετωπική σύγκρουση με παραδοσιακά «τζάκια», είναι αυτό της ενημέρωσης. «Η τηλεόραση είναι η αιχμή του δόρατος της διαπλοκής, της ανομίας που τρέφει τη διαπλοκή», είπε ο Βασίλης Μουλόπουλος σε συνέντευξή του στο real.gr, αναφέροντας ως «πρώτη προτεραιότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ» το «να σπάσει το μονοπωλιακό καθεστώς των τηλεοπτικών αδειών, την πλήρη ανομία που διατηρείται εδώ και 25 χρόνια από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ-ΝΔ», εξαγγέλλοντας ότι η κυβέρνηση του κόμματός του θα προχωρήσει «σε προκήρυξη αδειοδότησης των τηλεοπτικών αδειών από μηδενική βάση».

Τον κίνδυνο της ιστορικής παλινδρόμησης σε δεξιές και διαχειριστικές πολιτικές θέσεις επισημαίνουν κορυφαία στελέχη της εσωκομματικής αντιπολίτευσης: «ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να παίξει τον ιστορικό ρόλο του για μια προοδευτική διέξοδο από την κρίση με σοσιαλιστικό ορίζοντα, πρέπει να αποφύγει, στο όνομα της προσέγγισης της κυβερνητικής εξουσίας, οποιασδήποτε μορφής πολιτική και προγραμματική αναδίπλωση από τις δεσμεύσεις του έναντι του λαού», έγραψε ο Δημήτρης Στρατούλης στην Αυγή. Παράλληλα, ο Γιάννης Τόλιος, μέλος της επιτροπής που συντάσσει τις Θέσεις του ιδρυτικού Συνεδρίου επισήμανε με άρθρο στο iskra.gr το γεγονός ότι το ντοκουμέντο «παρά τις βελτιώσεις σε αρκετά σημεία (αναδιατυπώσεις και προσθήκες), στα επίδικα (πχ. ευρωπαϊκά), δεν υπήρξε, παρά τις σοβαρές εξελίξεις που είχαμε, καμιά προωθητική σύνθεση, ενώ σε ορισμένα σημεία έγιναν διατυπώσεις που βρίσκονται πίσω από το κείμενο της Διακήρυξης».

Είναι από όλα τα παραπάνω σαφές ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ προσαρμόζει τις θέσεις του κόμματος και εδραιώνει την πρωτοκαθεδρία της, με κριτήριο το πόσο «πρωθυπουργήσιμος» θα χαρακτηριστεί ο Αλέξη Τσίπρας από κύκλους με ευρύτερη επιρροή που ζητούν ένα κόμμα στα αστικά πρότυπα του παλιού δικομματισμού για την εξασφάλιση μιας εσωτερικής σταθερότητας. Γεγονός είναι όμως ότι ελλείψει μιας ηχηρής παρέμβασης του λαϊκού παράγοντα, η προοπτική εξουσίας του ΣΥΡΙΖΑ όλο και απομακρύνεται. Την ίδια στιγμή, είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη, η κινηματική νηνεμία, που επιτρέπει τη δεξιά στροφή.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 26/5/2013. Σκίτσο του Alfredo Martirena από το Cartoon movement)

ΣΥΡΙΖΑ: Ευρύ μέτωπο, εντός και εκτός

tsipras (1)Ευρωπροτεραιότητα, αλλά όχι φανατικά όπως πρώτα, είναι το μήνυμα που θα στείλει σήμερα με τις αποφάσεις της η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ. Στην εισήγηση επαναλαμβάνεται η θέση «καμιά θυσία για το ευρώ», όμως συμπληρώνεται από τη διατύπωση ότι «η εναλλακτική λύση δεν είναι ο εθνικός απομονωτισμός αλλά η πάλη των λαών της Ευρώπης για αλλαγή των συσχετισµών σε κάθε χώρα ξεχωριστά και ο κοινός συντονισµένος αγώνας για µια Ευρώπη δηµοκρατική και κοινωνική». Κόμβος για την προοπτική αυτή, είναι κατά την Κουμουνδούρου, «η συμπαράταξη των λαών και χωρών του Νότου», που θα έχει στόχο «ένα πλατύ ευρύ μέτωπο δυνάμεων που θα αμφισβητήσουν και θα ανατρέψουν την νεοφιλελεύθερη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη».

Η εισήγηση προς την Κεντρική Επιτροπή διαπιστώνει ότι τα συμπεράσματα από την κυπριακή εμπειρία είναι πως η διαπραγμάτευση χρειάζεται μια μη μνημονιακή κυβέρνηση, ένα εναλλακτικό σχέδιο που να υποστηρίζεται από την κοινωνία και διεθνείς συμμαχίες και συνεργασίες. Με άλλα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να αποδέχεται ως πλαίσιο λύσης, τις ευρωπαϊκές δομές, όπως το Γιούρογκρουπ και οι οι Σύνοδοι Κορυφής.

Το κείμενο επαναλαμβάνει ρητά τη βασική δέσμευση του κόμματος: «Μαζί με την ακύρωση των μνημονίων, θ’ αποκαταστήσουμε τον κατώτατο μισθό, τις συλλογικές συμβάσεις, τη μετενέργεια και επεκτασιμότητα, θα καταργήσουμε τα χαράτσια, θα εφαρμόσουμε νέο φορολογικό νόμο». Ως προς το ζήτημα των συμμαχιών, επισημαίνεται αρχικά ότι το κόμμα «θα επιμείνει στην πρότασή του για συνεργασία των δυνάμεων από την αριστερή σοσιαλδημοκρατία, την ριζοσπαστική οικολογία ως την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά», για να συμπληρώσει ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς θα στηριχθεί «σε έναν ευρύ σχηματισμό» που θα συσπειρώσει τις «ριζοσπαστικές αντιμνημονιακές δυνάμεις, πολιτικές συλλογικότητες, κοινωνικές συσπειρώσεις ή προσωπικότητες».

Το Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ θα είναι πενθήμερο, και θα διεξαχθεί μεταξύ 10 και 14 Ιουλίου, όπου θα ψηφιστούν ιδρυτική διακήρυξη και καταστατικό. Προκηρύσσεται επίσης προσυνεδριακός διάλογος μεταξύ 15 Μαΐου και 30 Ιουνίου. Παράλληλα, η Κεντρική Επιτροπή έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία της «νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ».

To Rproject και το Κόκκινο Δίκτυο κατέθεσαν χωριστό προβληματισμό στην Κεντρική Επιτροπή, όπου τονίζουν ότι «η οικοδόμηση εναλλακτικού υποδείγματος στην Ελλάδα για τον κόσμο της εργασίας, την κοινωνική πλειοψηφία και την αριστερά, πανευρωπαϊκά και παγκόσμια, όχι μόνο δεν περιορίζεται από νομισματικούς εκβιασμούς αλλά αντίθετα απαιτεί την αποφασιστική και ανυποχώρητη σύγκρουση-ρήξη με την ΟΝΕ και το ευρώ». Την ίδια στιγμή η αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει ότι «αποκλείεται η συνεργασία με πολιτικούς φορείς της Δεξιάς, έστω κι αν εμφανίζονται ως δήθεν «αντιμνημονιακοί» όπως οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, καθώς και με πολιτικά κόμματα και σχηματισμούς ή και μεμονωμένες προσωπικότητες που συνέβαλαν ενεργά στις μνημονιακές πολιτικές και στις αντίστοιχες κυβερνήσεις».

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 14-4-2013)