ΣΥΡΙΖΑ: Από την ανανέωση στην αναπαλαίωση

N-pI4OjESSyW5OL7AnenxQΗ διαφωνία για το μέλλον και την ύπαρξη των συνιστωσών αποκαλύπτει το εύρος της πολιτικής και προγραμματικής μετάλλαξης που επιχειρεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, ενόψει της ανάληψης διακυβέρνησης. Αναμένοντας το χρίσμα του «πρωθυπουργήσιμου», ο Αλέξης Τσίπρας κολακεύει κοινωνικές ομάδες με επιρροή, ελλείψει όμως της παρέμβασης του λαϊκού κινήματος, απομακρύνεται τόσο η προοπτική της εξουσίας όσο και μια αριστερή στροφή. 

Το οργανωτικό είναι πολιτικό

Μείζονα αλλαγή φυσιογνωμίας για τον ΣΥΡΙΖΑ μεθοδεύει ο Συνασπισμός μέσω της διάχυσής του στο συμμαχικό σχήμα, με παράλληλη διάλυση των συνιστωσών και μετατροπή τους σε άτυπα ρεύματα ή τάσεις. Κι αυτό γιατί ανατρέπεται άρδην η πολυφωνική, πολυτασική ισορροπία που ίσχυε μέχρι σήμερα και εξασφάλιζε μεν πολιτική ηγεμονία στη μεγαλύτερη συνιστώσα, ωστόσο άφηνε πολιτικό χώρο και στις μικρότερες οργανώσεις. Το πόσο πολιτικές είναι οργανωτικές αλλαγές που δρομολογούνται φαίνεται από την ίδια την ιστορία του σχήματος:

Στις βουλευτικές εκλογές του 2004, με αρχηγό τον Νίκο Κωνσταντόπουλο, όταν μορφοποιήθηκε για πρώτη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ, οι έξι βουλευτές του κόμματος προέρχονταν αποκλειστικά από τον Συνασπισμό, παρόλο που υπήρχε συμφωνία για αντιπροσωπευτική συμμετοχή. Αυτή ήταν και η πρώτη «βόμβα» στα θεμέλια του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η καχυποψία για τα συμμαχικά ήθη του ΣΥΝ έφτασε στο σημείο ο ΣΥΡΙΖΑ να …εξαφανιστεί από τον πολιτικό χάρτη στις ευρωεκλογές που ακολούθησαν τρεις μήνες μετά, όταν κατέβηκε αυτόνομα ο Συνασπισμός (συγκεντρώνοντας τελικά 4%). Η επανενεργοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, με τον Αλέκο Αλαβάνο στο τιμόνι του Συνασπισμού, έφερε 5,04% στις βουλευτικές εκλογές του 2007 (έναντι 3,26% το 2004) όμως βασίστηκε σε άλλες αρχές: Κατ’ αρχάς σε πολιτικό επίπεδο πραγματοποιήθηκε σαφής αριστερή στροφή, που εσωκομματικά εκφράστηκε από την πλειοψηφία του Αριστερού Ρεύματος στο κόμμα. Πλευρά της στροφής αυτής σε οργανωτικό επίπεδο ήταν θερμότερη επαφή και συνεργασία με τις μικρές αριστερές δυνάμεις. Οι συνιστώσες απέκτησαν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση με την εγγύηση του Συνασπισμού, αφού στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας τοποθετήθηκε ο ιστορικός ηγέτης της ΑΚΟΑ, Γιάννης Μπανιάς, και στις περιφέρειες Α’ Πειραιά και Α’ Αθήνας, έγινε στοχευμένη σταυροδοσία για την ανάδειξη συμμάχων (Δρίτσας και Κοροβέσης αντίστοιχα).

Ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ της πολυφωνίας και των συνιστωσών που έφτασε τον Ιούνιο του 2102 στο 26,89%. Ακόμη κι αν αριθμητικά η στήριξη των μελών, των φίλων και των οπαδών που έχουν οι μικρότερες συνιστώσες δεν μετρά όσο αυτή του Συνασπισμού, οι 1.655.086 ψήφοι του Ιουνίου, όπως και τα παλιότερα μικρότερα ποσοστά της συμμαχίας, οφείλονταν μεταξύ άλλων και στον ενωτικό, μετωπικό χαρακτήρα που προσέδιδε στο σχήμα η συμμαχική του μορφή. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που διατυπώνουν την εκτίμηση ότι αν ήταν δυσανάλογη η προσφορά των συνιστωσών σε σχέση με το μέγεθός τους, ομοίως δυσανάλογη στην επίπτωσή της θα είναι και τυχόν αποχώρησή τους. Μετά την τελευταία συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, το ενδεχόμενο φυγόκεντρων δυνάμεων είναι πλέον ανοιχτό, αφού διαπιστώθηκε διάσταση απόψεων που παραπέμφθηκε προς λύση στο ερχόμενο Συνέδριο του Ιουλίου.

Στον ΣΥΡΙΖΑ αναβιώνει ο αρχηγισμός και η δημοκρατία της επιβολής των μηχανισμών

 Ανανέωση ήταν η λέξη σφραγίδα που χαρακτήρισε το ιστορικό ιδεολογικό ρεύμα που σήμερα εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Κάποτε η «ανανέωση» χρησιμοποιούταν απέναντι στο λεγόμενο «δόγμα», όπως χλευαστικά χαρακτηριζόταν το ΚΚΕ. Πιο βαθιά, το εγχείρημα της ανανεωτικής Αριστεράς κατευθυνόταν σε έναν τρίτο δρόμο, σε διάκριση με το τριτοδιεθνιστικό μοντέλο από τη μία μεριά και τη σοσιαλδημοκρατία από την άλλη, με πίστη στον ειρηνικό δρόμο των σταδιακών μεταρρυθμίσεων προς το σοσιαλισμό και ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Αν πάντως ευοδωθούν τα σχέδια της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ στην προοπτική δημιουργίας ενός νέου φορέα ή όπως γλαφυρά το έθεσε εκ νέου αυτή την εβδομάδα ο Γιάννης Μπαλάφας, μιας «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης της Αριστεράς», τότε δεν θα μιλάμε για ανανέωση της Αριστεράς, αλλά για «αναπαλαίωση» ενός δοκιμασμένου μοντέλου: Αυτού που βασίζεται στον αρχηγισμό αστικού τύπου και στη δημοκρατία της εσωκομματικής επιβολής των μηχανισμών, τουλάχιστον για το οργανωτικό κομμάτι.

Την αρχή έκανε ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό του κόμματος, δύο εβδομάδες σχεδόν πριν αρχίσει η κρίσιμη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ. Φυσικό ήταν μετά από την πρότασή του για αυτοδιάλυση των συνιστωσών, με πρώτο τον Συνασπισμό, και κατάργηση του συστήματος της λίστας για την εκλογή των οργάνων, να μονοπωλήσει τη συζήτηση η προοπτική της βίαιης μεταμόρφωσης του ΣΥΡΙΖΑ. Την καθαρότερη αντίρρηση στο σχέδιο αυτό προέβαλλε η ΔΕΑ εντός της συνεδρίασης: «Δεν πρόκειται να αυτοδιαλυθούμε, η ΔΕΑ δεν θα πειθαρχήσει σε μια τέτοια απόφαση», είπε μιλώντας στο Πριν, στο στέλεχος της οργάνωσης, Αντώνης Νταβανέλλος. «Θα πρέπει να μας πετάξουν έξω για να φύγουμε», σημείωσε, τονίζοντας ότι «οι στρατηγικές διαφορές των συνιστωσών δεν έχουν εξαφανιστεί» για να καταργηθούν οι οργανώσεις. Αυτό το Σαββατοκύριακο άλλωστε, η ΔΕΑ πραγματοποιεί έκτακτη Συνδιάσκεψη για τον καθορισμό της στάσης της στο εξής.

Ενόψει της συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής του Σαββατοκύριακου, σε μια κοινή σκληρή δήλωση προέβησαν οι εκπρόσωποι των συνιστωσών ΕΔΗΚ, Ενεργοί Πολίτες, ΚΕΔΑ, ΔΗΚΚΙ και Ριζοσπαστική Οικολογική Αριστερά: «Προωθεί ιδέες και θέσεις που πλήττουν ανεπανόρθωτα την συνοχή του ενωτικού εγχειρήματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά και πλήττουν καίρια την ίδια τη δημοκρατία και την πλουραλιστική έκφραση στα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ», έγραψαν για τον Αλέξη Τσίπρα, ενώ προειδοποίησαν ότι «η παραβίαση των δημοκρατικών αρχών ποτέ δεν συνδυάστηκε με αριστερή πολιτική διέξοδο στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά στρώματα», αντιθέτως «μια τέτοια πορεία μάλλον προς δεξιά διαχείριση θα κατευθυνθεί και όχι προς αριστερή και μάλιστα ριζοσπαστική».

Το Αριστερό Ρεύμα στον Συνασπισμό, αν και αποφεύγοντας οξείς τόνους, με σαφήνεια κάλυψε πολιτικά το διάβημα των συνιστωσών. «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να γίνει ένα κόμμα σαν όλα τα άλλα, ούτε αρχηγικό, ούτε μονολιθικό», είπε χωρίς περιστροφές ο Παναγιώτης Λαφαζάνης στην Κεντρική Επιτροπή, καυτηριάζοντας την επιλογή της ηγεσίας να κυνηγά έναν «υποτιθέμενο εσωκομματικό αντίπαλο στις συνιστώσες, τις λίστες ή τις τάσεις». Με άρθρο του στην Αυγή της προηγούμενης Κυριακής, σαφής ήταν και ο Δημήτρης Στρατούλης: «Η μεγάλη πολιτική τομή, η οποία έγινε από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον οδήγησε σε εκτίναξη των εκλογικών ποσοστών του, ήταν και είναι η πρότασή του για κυβέρνηση των συμπαραταγμένων δυνάμεων της Αριστεράς», έγραψε, υπογραμμίζοντας: «Σε αυτή την ενωτική πολιτική πρέπει να επιμείνουμε χωρίς ταλαντεύσεις».

Στον αντίποδα αυτής της προσέγγισης βρίσκεται η ΚΟΕ. Σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη που παραχώρησε το ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης, Ρούντι Ρινάλντι, στο ραδιοφωνικό Σκάι, χαρακτήρισε «αναγκαία» τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ, τόνισε ότι «η υπαρκτή πολυφωνία πρέπει να γίνει πιο συνεκτικός πολιτικός λόγος» και εξήγησε ως επικεφαλής της Επιτροπής που επεξεργάζεται το νέο καταστατικό ότι «προσπαθούμε να βρούμε τρόπο … με όλες εκείνες τις μεταβατικές διατάξεις που θα μπορούσαν να αφομοιώσουν τις διαφορετικές καταστάσεις που υπάρχουν στον ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τώρα στην πορεία προς ένα ενιαίο κόμμα».

Σε στάση αναμονής πάντως βρίσκεται ο ίδιος ο Συνασπισμός, μετρώντας τις αντιδράσεις και επιφυλασσόμενος για τη συνέχεια. Οι άνθρωποι της Κουμουνδούρου παραπέμπουν τώρα στις ψηφοφορίες που θα γίνουν στο Συνέδριο για τη λύση των επίμαχων θεμάτων, ωστόσο με δεδομένη την οργανωτική υπεροπλία του Συνασπισμού αλλά και το δυσανάλογο πολιτικό βάρος που έχει αποκτήσει η ηγεσία του κόμματος, το θέμα είναι πόσο μακριά προτίθεται να τραβήξει τη σύγκρουση με τους «μικρούς». «Έχει πολλές πτυχές και επίπεδα η άρνηση των συνιστωσών», εκτίμησε μιλώντας στο Πριν, ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος, Πάνος Σκουρλέτης, αφήνοντας ένα «παράθυρο» από τώρα ότι δεν θα οδηγηθεί η σύγκρουση στα άκρα, τουλάχιστον «αν αποδέχεται κανείς ότι πολιτικό κέντρο είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και τα όργανά του». Έκανε λόγο για «περίοδο προσαρμογής λίγων μηνών, το πολύ μέχρι το τέλος του χρόνου», για να ωριμάσουν και να γίνουν πράξη οι συνεδριακές αποφάσεις. «Ο ΣΥΡΙΖΑ απέκτησε τα δικά του στρατηγικά και ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά», σημείωσε, αναγνωρίζοντας ότι «η προσπάθεια του Συνασπισμού συνεχίζεται μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ».

Έχοντας στέρεη πεποίθηση ότι θα ελέγχει πλήρως το εσωκομματικό πεδίο στη μετά ΣΥΝ εποχή, η Κουμουνδούρου προχωρά την Κυριακή 16 Ιουνίου στη διεξαγωγή του Διαρκούς Συνεδρίου με μόνο θέμα ημερήσιας διάταξης την αυτοδιάλυση του κόμματος. Η πλειοψηφία της Πολιτικής Γραμματείας εκτίμησε σε συνεδρίασή της ότι ο ιστορικός κύκλος του ΣΥΝ έκλεισε, επομένως η αυτοδιάλυση της ισχυρής συνιστώσας θα δώσει το παράδειγμα και στους υπόλοιπους για να θέσουν σε στέρεες βάσεις το νέο κοινό εγχείρημα. «Υπάρχουν ακόμη εκκρεμότητες, το κόμμα δεν είναι έτοιμο για τόσο βιαστικές κινήσεις», υποστήριξαν τα μέλη του Αριστερού Ρεύματος, που πρότειναν τη μετάθεση του Διαρκούς Συνεδρίου μετά από τις διαδικασίες του ΣΥΡΙΖΑ, για να μην εκληφθεί η κίνηση του Συνασπισμού ως εκβιαστική προς τους υπόλοιπους συμμάχους.

Η ενοποίηση όμως που προτείνει ή επιθυμεί να επιβάλει ο Συνασπισμός φτάνει και σε βαθύτερο επίπεδο, αφού διά στόματος Αλέξη Τσίπρα, προτάθηκε η κατάργηση του συστήματος της λίστας, δηλαδή των χωριστών ψηφοδελτίων ανά ρεύμα ή τάση για την εκλογή προσώπων στα όργανα του κόμματος. Και αυτό το μέτρο προτείνεται στο όνομα της ενιαίας εκφώνησης και του περιορισμού της πολυφωνίας. Με άλλα λόγια, στόχος είναι το στρίμωγμα των διαφωνούντων. Όπως ανέλυσε με άρθρο του στο rproject.gr ο Δημήτρης Μπελαντής, «η λίστα δεν είναι τίποτε άλλο από τη θεσμική εγγύηση των μελών του κόμματος να συγκροτούν διακριτά ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα και τάσεις και να ζητούν την αναλογική τους εκπροσώπηση στα σώματα και στα όργανα». Ο νομικός μάλιστα θύμισε ότι «αυτό συνέβαινε και σε αμιγώς ιδεολογικά ενοποιημένα κόμματα (όπως οι Μπολσεβίκοι ως το 1921) και δεν υπάρχει κανείς λόγος να πάψει να υπάρχει σε ένα κόμμα πρωτίστως πολιτικής και δευτερευόντως ιδεολογικής ενότητας, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ».

Η ύπαρξη λίστας στην εκλογή των οργάνων ασφαλώς στοιχίζει τους συνέδρους πίσω από οργανωμένες απόψεις, παρόλο που στο τελευταίο συνέδριο του Συνασπισμού, μετά από πρόταση του Αριστερού Ρεύματος, υιοθετήθηκε η δυνατότητα σταυροδοσίας υποψηφίων και από άλλες λίστες. Στην πραγματικότητα, η διαμάχη γίνεται για να περιοριστεί η ισχύς της διαφωνούσας άποψης. Όπως το έθεσε γλαφυρά με άρθρο της στο iskra.gr η Σόφη Παπαδόγιαννη, η διαφωνούσα άποψη τελικώς δεν θα διατυπώνεται ποτέ, διότι «θα γνωρίζει εκ των προτέρων ότι την αναμένει η αδυναμία επιβίωσης και η πολιτική διοικητική εξόντωση της ίδιας και όσων την ασπάζονται από την εκάστοτε πλειοψηφία». Στο επίκεντρο της μεθόδευσης για την κατάργηση του θεσμού της λίστας βρίσκεται ασφαλώς το Αριστερό Ρεύμα και η εξ αυτού προερχόμενη σήμερα εσωκομματική αντιπολίτευση.

 Η συνταγή του Ανδρέα

Για «ατζέντα Κεδίκογλου» στον ΣΥΡΙΖΑ μιλούν εργατικά στελέχη

Με ένα προκλητικό πρωτοσέλιδο τίτλο κυκλοφόρησε την Κυριακή 12 Μαΐου η εφημερίδα Το Παρόν: «Γίνε Ανδρέας λένε στον Τσίπρα» είχε στην πρώτη της σελίδα το φύλλο, με το εσωτερικό ρεπορτάζ να αναφέρει ότι πληθαίνουν οι φωνές εντός ΣΥΡΙΖΑ που ζητούν να επαναλάβει ο Αλέξης Τσίπρας την τακτική του Παπανδρέου το 1977, όταν εκκαθάρισε την αριστερή αντιπολίτευση του νεοσύστατου ακόμα ΠΑΣΟΚ, δείχνοντας την πόρτα της εξόδου σε ιστορικά στελέχη του ΠΑΚ, μεταξύ άλλων στους Σάκη Καράγιωργα και Νίκο Κωνσταντόπουλο. «Η πολυφωνία, οι απόψεις που κινούνται από τη μια άκρη στην άλλη θολώνοντας την εικόνα, η έλλειψη ενιαίας γραμμής φέρνουν ως αποτέλεσμα τη σύγχυση και την ανασφάλεια, την έλλειψη σιγουριάς και εμπιστοσύνης», σημειώνει ο (ανώνυμος) αρθρογράφος, υποδεικνύοντας την οδό της σκληρής στάσης.

Η πραγματικότητα όμως λέει ότι ακριβώς αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ, της πολυφωνίας, των αντιμαχόμενων τάσεων και των δημόσιων διαφωνιών αντί να σπείρει τη σύγχυση όπως εκτιμούν κάποιοι, έφερε πρωτοφανή συσπείρωση, εκτινάσσοντας το ποσοστό του συνδυασμού στις διπλές εκλογές του 2012. Με μια λακωνική αλλά καίρια δήλωσή του, το ιστορικό στέλεχος του χώρου, Μανώλης Γλέζος, έθεσε το ζήτημα παραστατικά: «Όποιος επιχειρεί να αλλοιώσει το πολιτικό σχήμα που κέρδισε την εμπιστοσύνη του λαού στις εκλογές, ενταφιάζει ό,τι δημιουργήσαμε». Κι όμως, δικαιολογώντας ο Αλέξης Τσίπρας τις πρωτοβουλίες του Συνασπισμού, τις απέδωσε ακριβώς στη «λαϊκή εντολή» που πήρε το κόμμα στις εκλογές!

Η αλήθεια είναι ότι την εσωκομματική ατζέντα της ενιαιοποίησης και της συγκεντρωτικής ηγεσίας επέβαλλαν τα μέσα ενημέρωσης αλλά και ένα συντηρητικό στρώμα ψηφοφόρων που θέλουν από τον ΣΥΡΙΖΑ να αντιγράψει τα αστικά πρότυπα πολιτικής εκπροσώπησης. Το έγραψε πολύ εύστοχα ο Γιώργος Παπανικολάου, μέλος της ΚΠΕ και αντιπρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Κυκλάδων: «Το πώς θα απαντηθούν τα ερωτήματα που καθημερινά μπαίνουν από το σύστημα προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτά έγιναν οι προτεραιότητές μας», για να ζητήσει καταλήγοντας «συνέδριο με ατζέντα που βάζει ο λαός λοιπόν και όχι με ατζέντα Κεδίκογλου».

Αυτό το σημείο καμπής περιέγραψε με άρθρο του στο enikos.gr και ο Στάθης: Όταν ένα αριστερό κόμμα, γράφει, εκτιμήσει ότι έχει φτάσει στο όριο του παραδοσιακού του ακροατηρίου, «για να πείσει το υπόλοιπον, κεντρώους, δεξιούς ή ό,τι άλλο, θα πρέπει πλέον να στρογγυλέψει τα πράγματα, να τους μιλήσει τη γλώσσα τους ώστε να τους κερδίσει». Εκεί λοιπόν έρχεται στιγμή όπου «τα αριστερά ριζοσπαστικά κόμματα χάνουν το παιγνίδι. Και μετά τον εαυτόν τους»…

 

Προγραμματική αναδίπλωση

Ου γαρ έρχεται μόνη η οργανωτική μετάλλαξη. Το σχέδιο για τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι πρωτίστως πολιτικό και προγραμματικό, γεγονός που αντανακλάται διαρκώς στις παρεμβάσεις της ηγεσίας. Μετά τον ΣΕΒ, η εκστρατεία κολακείας της αστικής τάξης και των δυναμικών τμημάτων της που ο Αλέξης Τσίπρας εκτιμά ότι μπορεί να του χαρίσουν πόντους στην κούρσα του προς το Μέγαρο Μαξίμου, ήρθε η ΓΣΕΒΕΕ την Τρίτη. Στους μικρούς επιχειρηματίες και βιοτέχνες, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έταξε χάρισμα χρεών: «Προτείνουμε η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών να συνοδευτεί με ένα νέο πρόγραμμα μερικής διαγραφής δανείων και σε νοικοκυριά αλλά και σε επιχειρήσεις, γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος προκειμένου να τονωθεί η αγορά», είπε χαρακτηριστικά. Και κηρύσσοντας εκ νέου την ταξική συμφιλίωση σαν αντίδοτο, τόνισε ότι το κόμμα του στηρίζει τη «συμμαχία της μισθωτής εργασίας με τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, διότι αυτή η συμμαχία είναι που μπορεί να μας βγάλει από την κρίση».

Δεν φάνηκε όμως το ίδιο γαλαντόμος με τους συνταξιούχους. Μια ημέρα νωρίτερα, σε κομματική συγκέντρωση στο Γκάζι για τους απόμαχους της δουλειάς, τους είπε κατά πρόσωπο ότι η κυβέρνησή του αποκλείεται να αποκαταστήσει τις συντάξεις τους στο ύψος τους προ των βάρβαρων μνημονιακών περικοπών. Συγκεκριμένα, μίλησε για «φρένο στις μειώσεις των συντάξεων, κύριων και επικουρικών», δεσμεύτηκε δηλαδή ότι απλώς δεν θα πάνε παρακάτω, ενώ εξήγγειλε τη «σταδιακή αποκατάστασή τους με βάση τους ρυθμούς ανάκαμψης της οικονομίας ξεκινώντας πρώτα απ’ όλα από τους χαμηλοσυνταξιούχους». Πρώτα δηλαδή θα ανέβει το ΑΕΠ (ζήσε Μάη μου…) και μετά θα αποκατασταθούν οι απολαβές των συνταξιούχων και μάλιστα σταδιακά και όχι …απότομα.

Το μόνο μέτωπο που έχει ανοίξει ο ΣΥΡΙΖΑ και οδηγείται σε μετωπική σύγκρουση με παραδοσιακά «τζάκια», είναι αυτό της ενημέρωσης. «Η τηλεόραση είναι η αιχμή του δόρατος της διαπλοκής, της ανομίας που τρέφει τη διαπλοκή», είπε ο Βασίλης Μουλόπουλος σε συνέντευξή του στο real.gr, αναφέροντας ως «πρώτη προτεραιότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ» το «να σπάσει το μονοπωλιακό καθεστώς των τηλεοπτικών αδειών, την πλήρη ανομία που διατηρείται εδώ και 25 χρόνια από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ-ΝΔ», εξαγγέλλοντας ότι η κυβέρνηση του κόμματός του θα προχωρήσει «σε προκήρυξη αδειοδότησης των τηλεοπτικών αδειών από μηδενική βάση».

Τον κίνδυνο της ιστορικής παλινδρόμησης σε δεξιές και διαχειριστικές πολιτικές θέσεις επισημαίνουν κορυφαία στελέχη της εσωκομματικής αντιπολίτευσης: «ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να παίξει τον ιστορικό ρόλο του για μια προοδευτική διέξοδο από την κρίση με σοσιαλιστικό ορίζοντα, πρέπει να αποφύγει, στο όνομα της προσέγγισης της κυβερνητικής εξουσίας, οποιασδήποτε μορφής πολιτική και προγραμματική αναδίπλωση από τις δεσμεύσεις του έναντι του λαού», έγραψε ο Δημήτρης Στρατούλης στην Αυγή. Παράλληλα, ο Γιάννης Τόλιος, μέλος της επιτροπής που συντάσσει τις Θέσεις του ιδρυτικού Συνεδρίου επισήμανε με άρθρο στο iskra.gr το γεγονός ότι το ντοκουμέντο «παρά τις βελτιώσεις σε αρκετά σημεία (αναδιατυπώσεις και προσθήκες), στα επίδικα (πχ. ευρωπαϊκά), δεν υπήρξε, παρά τις σοβαρές εξελίξεις που είχαμε, καμιά προωθητική σύνθεση, ενώ σε ορισμένα σημεία έγιναν διατυπώσεις που βρίσκονται πίσω από το κείμενο της Διακήρυξης».

Είναι από όλα τα παραπάνω σαφές ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ προσαρμόζει τις θέσεις του κόμματος και εδραιώνει την πρωτοκαθεδρία της, με κριτήριο το πόσο «πρωθυπουργήσιμος» θα χαρακτηριστεί ο Αλέξη Τσίπρας από κύκλους με ευρύτερη επιρροή που ζητούν ένα κόμμα στα αστικά πρότυπα του παλιού δικομματισμού για την εξασφάλιση μιας εσωτερικής σταθερότητας. Γεγονός είναι όμως ότι ελλείψει μιας ηχηρής παρέμβασης του λαϊκού παράγοντα, η προοπτική εξουσίας του ΣΥΡΙΖΑ όλο και απομακρύνεται. Την ίδια στιγμή, είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη, η κινηματική νηνεμία, που επιτρέπει τη δεξιά στροφή.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 26/5/2013. Σκίτσο του Alfredo Martirena από το Cartoon movement)

Παρελθόν η δημοκρατία της συνιστώσας στον ΣΥΡΙΖΑ

Στη φυσική, όπως και στην πολιτική, υπάρχει ένα σημείο μετά από το οποίο οι ποσοτικές μεταβολές οδηγούν σε ποιοτική αλλαγή. Αυτό το σημείο πέρασε οριστικά και ο ΣΥΡΙΖΑ της 18ης Ιουνίου, με το ιστορικό για την Αριστερά της χώρας ποσοστό του 26,89% που πέτυχε στην κάλπη. Τα παλιά οργανωτικά όρια έσπασαν και το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα είναι έτοιμο να καταστεί όπως είπε ο επικεφαλής, η «μεγάλη δημοκρατική αριστερή παράταξη». Ο οδικός χάρτης που θα βγάλει τον ΣΥΡΙΖΑ από τα κακοτράχαλα για την ηγεσία μονοπάτια της «δημοκρατίας των συνιστωσών» ακόμη σχεδιάζεται, ωστόσο η κατεύθυνση είναι ήδη αποφασισμένη.

«Γεννήθηκε μια νέα Αριστερά μέσα απ’ αυτό το αποτέλεσμα που καλείται να φτιάξει τα νέα της χαρακτηριστικά», δήλωσε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη (Στο Κόκκινο) την επομένη των εκλογών ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος, Πάνος Σκουρλέτης, περιγράφοντας αμυδρά ένα «νέο πλαίσιο συζήτησης και οργάνωσης» των εκατοντάδων χιλιάδων κόσμου που προσέγγισε τον ΣΥΡΙΖΑ εκλογικά. Ο γραμματέας της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του Συνασπισμού, Δημήτρης Βίτσας, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, περιγράφοντας τη συνέχεια των τοπικών λαϊκών συνελεύσεων που πραγματοποίησαν επιτροπές του κόμματος προεκλογικά, ως βήμα οργανωτικής προσέγγισης του ανένταχτου κόσμου με τον ΣΥΡΙΖΑ. Μιλώντας στον Σκάι, ο Δημήτρης Παπαδημούλης περιέγραψε ένα νέο μοντέλο με στόχο «να μετασχηματίσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα πιο ενιαίο συνεκτικό σχήμα, με δημοκρατία και συμμετοχή, έτσι ώστε να μπορέσει όλος αυτός ο κόσμος που μας πλησίασε να μετάσχει σε αυτό το εγχείρημα», και συνέχισε εκφράζοντας τη θέση του «να υπερβούμε τη δομή των συνιστωσών».

Ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει σε ένα μοντέλο συγκεντρωτικό στην κορυφή, όπου θα λαμβάνονται και οι βασικές αποφάσεις και χαλαρό στη βάση

Τρία χρόνια πριν, το 2009, το ίδιο κόμμα είχε θεσπίσει τη συλλογική ηγεσία στις τότε εθνικές εκλογές, όπου τέθηκαν «οι επικεφαλής των συνιστωσών, de facto επικεφαλής του εκλογικού αγώνα για λογαριασμό των συνιστωσών που εκπροσωπούν», όπως έγραφε τότε η σχετική απόφαση του Συνασπισμού. Από την ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ, αμφισβητούμενο θέμα ήταν η ύπαρξη μελών και η σχέση τους με τις επιμέρους οργανώσεις, ζήτημα άλυτο μέχρι σήμερα. Η αλματώδης εκλογική ενίσχυση του σχήματος άλλαξε άρδην τα δεδομένα. Προς ποια όμως κατεύθυνση;

Όπως σήμερα διαγράφονται οι οργανωτικές εξελίξεις, ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει σε ένα μοντέλο συγκεντρωτικό στην κορυφή, όπου θα λαμβάνονται και οι βασικές αποφάσεις, και χαλαρό στη βάση. Σε αυτό συντείνουν δύο παράγοντες: Πρώτον, η καθολική αναγνώριση που απολαμβάνει πλέον ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος διαμόρφωσε κατά την προεκλογική περίοδο ένα αδιαμφισβήτητο ηγετικό προφίλ. Δεύτερον, η διακηρυγμένη πρόθεση από μεριάς του Συνασπισμού, να ρίξει το βάρος των πολιτικών αποφάσεων στην Κοινοβουλευτική Ομάδα. Σύμφωνα με τον Δημήτρη Βίτσα, οι 71 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι «οι βασικοί μοχλοί, οι οργανωτές και γύρω από αυτούς να οργανώνεται ένα μεγάλο κίνημα αντίστασης και ανατροπής». Παρόλο που εκπρόσωποι των μικρότερων συνιστωσών αυτή τη φορά θα καταλάβουν αρκετά έδρανα (5 από την ΚΟΕ, 3 από τη ΔΕΑ, 3 από το ΔΗΚΚΙ, 2 πρώην στελέχη του Άρματος Πολιτών, 1 από την ΑΚΟΑ) η ηγεμονία του Συνασπισμού παραμένει ακλόνητη.

Από τη «μάχη» που δόθηκε στην 4η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2011 για το ρόλο των μελών μέχρι σήμερα, οι συνιστώσες δίνουν έμφαση στη δημοκρατικότερη έκφραση. Την «εγγραφή μελών στις τοπικές και κλαδικές επιτροπές» και την «εκλογή τοπικής ηγεσίας και αντιπροσώπων», προτείνει στις συνελεύσεις η ΔΕΑ όπως είπε μιλώντας στο Πριν, το στέλεχος της οργάνωσης, Αντώνης Νταβανέλλος, ενώ αποκάλυψε ότι υπάρχουν σκέψεις για διοργάνωση συνεδρίου το φθινόπωρο. «Κατ’ αυτό τον τρόπο θα βγει πιο ενισχυμένη η ριζοσπαστική φωνή της βάσης» εκτίμησε, κάτι που μένει βέβαια να αποδειχτεί στην πράξη. Αυτή τη στιγμή πάντως, το μόνο σίγουρο είναι πως δεν εγείρεται από καμία πλευρά το αίτημα να καταργηθεί η αυτοτέλεια των συνιστωσών.

Η «πολυφωνία» του ΣΥΡΙΖΑ δεν βλάπτει την επίτευξη των πολιτικών του στόχων αλλά ενισχύει αντικειμενικά την ηγεσία

Στο διαφαινόμενο άλλωστε οργανωτικό μοντέλο που θα αποφασιστεί, η πολυσυλλεκτικότητα είναι απαραίτητο στοιχείο. Αντίθετα με την επικρατούσα άποψη ότι η λεγόμενη «πολυφωνία» του ΣΥΡΙΖΑ βλάπτει την επίτευξη των πολιτικών του στόχων και τον αφήνει έκθετο στην κριτική των αντιπάλων, στην πραγματικότητα ενισχύει αντικειμενικά την ηγεσία. Η δυνατότητα ενός κόμματος να ενσωματώνει διαφορετικές φωνές και αντιλήψεις, συμβάλλει τελικά στη διάδοση της απήχησής του, αφού διαφορετικά πολιτικά ρεύματα μπορούν να αναγνωρίσουν την ταυτότητά τους εντός του. Αφού οι στρατηγικές στοχεύσεις της ηγεσίας είναι «κλειδωμένες» (ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός, η στρατηγική του μεταρρυθμισμού, η θεσμική αντίληψη της πολιτικής) η βάση και η μειοψηφία είναι ελεύθερη να παλεύει την άποψή της.

Πρώτες αποφάσεις αναμένονται από τη Πανελλαδική του ΣΥΡΙΖΑ που θα συνέλθει το ερχόμενο Σαββατοκύριακο.

(Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 24-6-2012)